αλλά μάλιστα μπορεί να αποδειχθούν επικίνδυνα.

Σύμφωνα με τον Ιταλό καθηγητή Eliano Navarese, καρδιολόγο και διευθυντή του δικτύου εμπειρογνωμόνων SIRIO Medicine, «η θεωρία ότι η αύξηση της HDL, κάτι που συνιστούν αρκετοί γιατροί, μπορεί να αποφέρει οφέλη για την υγεία, καταρρίπτεται από σημαντικό όγκο τεκμηριωμένων δεδομένων».
Η μεγαλύτερη ποσότητα χοληστερόλης που κυκλοφορεί στο αίμα παράγεται στο συκώτι, κατά κύριο λόγο από κορεσμένα λιπαρά. Η LDL μεταφέρει τη χοληστερόλη από το συκώτι στα κύτταρα, όπου χρησιμοποιείται για διάφορες διαδικασίες όπως ενίσχυση του τοιχώματος των κυττάρων και η παραγωγή ορμονών.
Η HDL κάνει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή απομακρύνει την περίσσεια χοληστερόλη από τα κύτταρα και τη μεταφέρει πίσω στο συκώτι, όπου ανακυκλώνεται ή απομακρύνεται από το σώμα μέσω της χολής.
Οι οδηγίες του Βρετανικού Συστήματος Υγείας (NHS) αναφέρουν ότι η συνολική χοληστερόλη δεν πρέπει να ξεπερνά τα 5mmol/l, με τις επιμέρους τιμές της LDL και της HDL να αναλογούν σε 1 αντίστοιχα.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη σύσταση για τα ανώτατα επιτρεπτά όρια της HDL, καθώς θεωρείται καλή, άρα όσο περισσότερο τόσο το καλύτερο. Ωστόσο, η προστατευτική της δράση φαίνεται να κορυφώνεται όταν τα επίπεδα στο αίμα είναι περίπου 1.5mmol/l, αναφέρει ο Δρ Dermot Neely, σύμβουλος της κλινικής Lipid and Metabolic Outpatient Clinic του νοσοκομείου Royal Victoria Infirmary στο Νιούκασλ. «Πάνω από τα επίπεδα αυτά, η HDL ίσως δεν παρέχει επιπρόσθετα οφέλη και τα νέα ερευνητικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι τα υπερβολικά υψηλά επίπεδά της, πάνω από 2.3mmol/l, ίσως συμπεριφέρονται περισσότερο σαν την LDL, αυξάνοντας τον κίνδυνο καρδιακών επιπλοκών», δηλώνει ο ειδικός.
Για παράδειγμα, παλαιότερα είχε θεωρηθεί ότι σε υψηλά επίπεδα η HDL παρέχει προστατευτική δράση σε γυναίκες που βρίσκονται στο στάδιο της εμμηνόπαυσης, όμως πρόσφατη μελέτη παρουσίασε στοιχεία που καταρρίπτουν τη θεωρία αυτή.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπεργκ εξέτασαν τα επίπεδα συσσώρευσης λιπαρών ουσιών (πλάκα) στις αρτηρίες 225 υγιών γυναικών ηλικίας 40-50 ετών και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι καθώς οι γυναίκες περνούν από το στάδιο της εμμηνόπαυσης μια πιθανή αύξηση στα επίπεδα της HDL συσχετίζεται με αυξημένη συσσώρευση πλάκας, αυξάνοντας τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου ή εμφράγματος. Μια θεωρία που εξηγεί πιθανώς τη διαπίστωση αυτή είναι ότι η πτώση στα επίπεδα των οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση μεταβάλλει την ποιότητα και τη λειτουργία της HDL.
Αυτό που δεν είναι απολύτως σαφές είναι εάν αυτή η αλλαγή καθοδηγείται αποκλειστικά από ορμονικές μεταβολές ή από τη διαδικασία γήρανσης του οργανισμού γενικότερα, καθώς στη δεύτερη περίπτωση δεν θα ισχύει μόνο για τις γυναίκες αλλά και για τους άνδρες, δηλώνει ο Naveed Sattar, καθηγητής Μεταβολικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης.
Όμως η υπερβολική αύξηση της HDL δεν αποτελεί κίνδυνο μόνο για την καρδιά. Μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2012 στην επιθεώρηση Journal of the American Society of Nephrology υπέδειξε ότι τα υψηλά επίπεδα της HDL συνδέονται με δυσμενείς εκβάσεις για τους ασθενείς που κάνουν αιμοκάθαρση λόγω προβλήματος στα νεφρά, πιθανώς επειδή επιδεινώνει τη φλεγμονή και τις βλάβες στους ιστούς. Συναφείς μελέτες έχουν υποδείξει αντίστοιχες αρνητικές συνέπειες σε ασθενείς με αρθρίτιδα, διαβήτη κ.α.
Ο καθηγητής Eliano Navarese αναφέρει πως όσο περισσότερη είναι η HDL στον οργανισμό, τόσο πιο πιθανό είναι μέρος αυτής να δυσλειτουργεί. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Gilbert Thompson, ομότιμος καθηγητής στο Αυτοκρατορικό Κολέγιο του Λονδίνου, δηλώνει ότι δεν έχει σημασία πόσο η υψηλή είναι η HDL αλλά αν λειτουργεί φυσιολογικά.
Πηγή: Mail Online
Πηγή: http://www.onmed.gr