Απάντηση στο ερώτημα έρχεται να δώσει ο καθηγητής επανορθωτικής οδοντιατρικής από το πανεπιστήμιο του Newcastle της Βρετανίας, Robin Seymour, υποστηρίζοντας ότι ορισμένα συστατικά που περιλαμβάνονται σε ένα στοματικό διάλυμα, θα μπορούσαν να προκαλέσουν ζημιά.
Βάσει της έρευνας που έχει πραγματοποιήσει, πολλά στοματικά διαλύματα περιέχουν μέχρι και 26% αλκοόλ, το οποίο λειτουργεί ως βοηθητικό «εργαλείο» για τη μεταφορά άλλων συστατικών που πρέπει να διεισδύσουν στα δόντια και να σπάσουν την πλάκα.
Το αλκοόλ, όμως, ενοχοποιείται για πρόκληση ξηρότητας στο στόμα, καθώς διασπά τη βλέννα που διατηρεί την υγρασία του στόματος, κάτι που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε κακή αναπνοή και δυσάρεστη αίσθηση.
Παράλληλα, μελέτη (The Dental Journal of Australia, 2009) που έχει πραγματοποιηθεί για τα στοματικά διαλύματα με βάση την αλκοόλη, τα συνδέει με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του στόματος, αφού διαπιστώθηκε ότι επιτρέπει σε καρκινογόνες ουσίες να διαποτίσουν το εσωτερικό του στόματος πιο εύκολα.
Ωστόσο, το Βρετανικό Ίδρυμα Υγείας Δοντιών, που πρόσφατα εξέτασε όλα τα στοιχεία σχετικά με τη χρήση αλκοόλης σε στοματικά διαλύματα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη για σχέση μεταξύ καρκίνου του στόματος και στοματικών διαλυμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να γνωρίζετε πάντως, ότι πολλά συστατικά που περιέχονται στις οδοντόκρεμες, όπως το νάτριο για παράδειγμα, μπορούν να αλληλεπιδράσουν με το φθόριο του στοματικού διαλύματος, με αποτέλεσμα να χάνεται η δράση και των δύο.
Για το λόγο αυτό, είναι προτιμότερο να περιμένει κανείς τουλάχιστον μισή ώρα μετά το βούρτσισμα για να κάνει χρήση του διαλύματος.
onmed.gr