Ο
Λόγος του Κολοκοτρώνη στην Πνύκα
Αποτελεί την πνευματική
παρακαταθήκη του Γέρου του Μωριά προς τη νέα γενιά. Εκφωνήθηκεστις 8
Οκτωβρίου 1838 στην Πνύκα και πρωτοδημοσιεύτηκε
στις 13 Νοεμβρίου 1838 στην αθηναϊκή εφημερίδα
«Αιών», που εξέδιδε ο ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων.
Στις 7
Οκτωβρίου 1838 ο γηραιός στρατηγός και εν
ενεργεία Σύμβουλος Επικρατείας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επισκέφθηκε το Βασιλικό Γυμνάσιο της Αθήνας (νυν 1ο Πρότυπο
Πειραματικό Γυμνάσιο Αθήνας) για να παρακολουθήσει τη διδασκαλία
του γυμνασιάρχη Γεωργίου Γενναδίου(1784-1854)
για τον Θουκυδίδη. Τόσο εντυπωσιάστηκε από την «παράδοσιν του πεπαιδευμένου γυμνασιάρχου και από την θέαν τοσούτων
μαθητών», ώστε εξέφρασε την επιθυμία να μιλήσει και ο ίδιος προς
τους μαθητές. Την πρότασή του απεδέχθη ο Γεννάδιος και λόγω της στενότητας του
χώρου και του πλήθους των μαθητών η ομιλία του Θεόδωρου
Κολοκοτρώνη ορίσθηκε για τις 10 το πρωί της 8ης
Οκτωβρίου 1838 στην Πνύκα.
Το γεγονός μαθεύτηκε στη μικρά τότε Αθήνα και εκτός
από τους μαθητές, πλήθος ανθρώπων «διαφόρων
επαγγελμάτων και τάξεων» συνέρρευσε στην Πνύκα το πρωί της 8ης
Οκτωβρίου για να ακούσει τον ηγέτη της Επανάστασης του '21. Ξαφνικά, στον χώρο
της ομιλίας εμφανίσθηκε «σμήνος χωροφυλακής»,
αποφασισμένο να διαλύσει τη συγκέντρωση, επειδή προφανώς, ως βασιλικότερο του
βασιλέως Όθωνα, τη θεώρησε αντικαθεστωτική. Όμως, μετά τη διαβεβαίωση του
γυμνασιάρχη και των καθηγητών για το «αθώο της πράξεως», οι χωροφύλακες
αποχώρησαν και η ομιλία έγινε κανονικά. Άλλωστε, ο Κολοκοτρώνης δεν αποτελούσε
κίνδυνο για τη δυναστεία, αφού τα είχε βρει με τον Όθωνα και κατείχε μάλιστα το
αξίωμα του Συμβούλου της Επικρατείας, δηλαδή του πολιτικού συμβούλου του
βασιλιά. (Το Συμβούλιο της Επικρατείας εκείνης της εποχής, που
ήταν πολιτικό σώμα, δεν πρέπει να συγχέεται με το σημερινό Συμβούλιο της
Επικρατείας, που είναι δικαστικός σχηματισμός.)