Κάποτε, σε ένα χωριό της Κρήτης παντρεύτηκε ο Σήφης τη Μαρία, μια νεαρή χήρα, που όμως έκανε θαύματα στο κρεβάτι. Τριαντάρης αυτός, εικοσάρα αυτή, έδιναν κάθε βράδυ στο κρεβάτι να καταλάβει. Όμως ο πατέρας του Σήφη τον έβλεπε συνέχεια να είναι πιο αδύναμος, να μην μπορεί να δουλέψει. Κατάλαβε δηλαδή ότι ζοριζόταν ο κακομοίρης κάθε βράδυ να τα βγάλει πέρα με τη Μαρία.
Μια μέρα λοιπόν το λέει: