Παλαμήδι 3
 Τη βροχερή νύχτα της 29ης προς την 30ή Νοεμβρίου 1822 πήραμε το Παλαμήδι, το κάστρο που όριζε την τύχη τ’ Αναπλιού. Εξέλιξη καθοριστική για την συνέχιση του Αγώνα, που απέδωσε το σύνολο του Μωριά, πλην των Πατρών, στην επαναστατημένη Ελληνική επικράτεια.

Κάστρο και φυλακή μαζί, όπου μπλέχτηκε ο αγώνας με την πολιτική και το κολαστήριο ψυχών και πέρασε στο δημοτικό τραγούδι χωρίς να ξεχωρίζει, πολλές φορές, η μια πραγματικότητα από την άλλη, το ένα γεγονός από κάποιο άλλο…
Έτσι έχουμε, κατ’ αρχάς, το τραγούδι της Άλωσης: «Λαλούδι της Mονομπασιάς και κάστρο της Αθήνας και Παλαμήδι τ’ Aναπλιού άνοιξε νά ‘μπω μέσα. Nα δω τις Aναπλιώτισσες, τις Aναπλιωτοπούλες, πώς πλένουν, πώς λευκαίνουνε, πώς μοσχοσαπουνάνε. Mε το ‘να χέρι πλένουνε, με τ’ άλλο σαπουνάνε, και με τα δυο τα χέρια τους στο κάστρο πολεμάνε (ή βάζουν το δάκρυ τους νερό, το σάλιο τους σαπούνι και στον αφρό της θάλασσας, τ’ απλώνουν και λευκαίνουν)». Φυσικά, Αναπλιώτισσες είναι εδώ οι Τουρκάλες, όπου δεν έβρισκαν νερό στο αποκλεισμένο Ανάπλι…
Στη συνέχεια έχουμε το άλλο γνωστό με τίτλο: «Στ’ Αναπλιού το Παλαμήδι». Οι στίχοι του τραγουδιού αναφέρονται στην κατάληψη του κάστρου του Παλαμηδιού την άνοιξη του 1827 από τον Θοδωράκη Γρίβα. «Στ’ Αναπλιού το Παλαμήδι, ΄κει βροντάει το καριοφύλλι. Το βροντάν οι Μοραΐτες κι όλοι οι βαρυποινίτες. Το βροντάει και μια γυναίκα, πο ‘χει χρόνια μέσα δέκα.» (Αρκαδίας – τσάμικο) ή την Σαρακατσάνικη παραλλαγή του (χορός στα τρία): «Στ’ Αναπλιού Γρίβα μ’ κι Αρτέμη μ’, στ’ Αναπλιού το Παλαμήδι ‘κει βροντάει το καρυοφύλλι. Το βροντάν φυλακισμένοι, οι κατάδικοι οι καϋμένοι, το βροντάν οι Μωραΐτες κι όλοι οι Στερολλαδίτες». Όπως γίνεται αντιληπτό, ήδη μπερδεύονται δυο διαφορετικές πραγματικότητες, η κατοχή του κάστρου από τον Γρίβα και η μετέπειτα λειτουργία του ως φυλακή… Φυλακή όπου έκλεισαν το γέρο του Μωριά και τον Πλαπούτα και στο γεγονός αναφέρεται το άλλο, άγνωστο εν πολλοίς, τραγούδι: «Οι Βαυαροί τους δίκασαν, θέλουνε να τους κόψουν, στρατεύματα αρματώσανε, τες πόρτες τες εκλείσαν, τες τάπιες τες επιάσανε, μια διαταγή εβγήκε: Αν έλθει κανενάς να μπει στ’ Ανάπλι, να βαρέσουν, κι αν είναι και μικρό παιδί, πίσω να το γυρίσουν. Ο ουρανός συννέφιασε, ο ήλιος εσκοτίσθη, στ’ Ανάπλι πηγαινόρχουνταν, την καρμανιόλα στήσαν. Τ’ είν’ το κακό που γίνεται, μες στο τζαμί στην κρίση, δικάσανε τους αρχηγούς άδικα να τους κόψουν».
Παλαμήδι 2
Ο προμαχώνας του κάστρου, που πήρε το όνομα «Mιλτιάδης» (φωτο) και είναι και ο μεγαλύτερος σε μέγεθος, μετατράπηκε μετά την δημιουργία του κουτσουρεμένου Ελληνικού κράτους σε μία από τις πιο σκληρές φυλακές βαρυποινιτών, που λειτούργησε εκεί ως το 1926 περίπου. Άλλη φυλακή υπήρχε και στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, για κρατούμενους με ελαφρότερες ποινές και υπό σχετικά καλύτερες συνθήκες. Με την κατάργηση των φυλακών του Παλαμηδιού, οι στρατιωτικές φυλακές της Ακροναυπλίας (Ιτς Καλέ) πήραν τη θέση τους, ώσπου έκλεισαν κι αυτές το 1966. Η πόλη του Ναυπλίου, μάλιστα, διαμαρτυρήθηκε γιατί χάθηκε άλλη μια Δημόσια υπηρεσία από την πόλη…
Στα ρεμπέτικα προπολεμικά τραγούδια, λόγω αυτής της μεταφοράς, μπερδεύονται οι δυο φυλακές: «Στο Παλαμήδι μ’ έχουνε, γιατί με κατατρέχουνε. Στα σίδερα με ζώσανε κι ισόβια με χώσανε. Στ’ Ανάπλι στον Ιτσί-Καλέ, για σένα μ’ έχουνε καλέ».
Παλαμήδι 1
Το εσωτερικό του “Μιλτιάδη” στις αρχές τους 20ου αιώνα από τον φακό του Φρεντ Μπουασονά.
Κάποια στιγμή, πάντως, πρέπει η ιστορική πραγματικότητα να ξεκαθαρίσει και να μην βλέπουμε στις Προσκλήσεις για την Επέτειο της Άλωσης το στίχο: «Όλα τα κάστρα να χαθούν όλα και να ρημάξουν, το Παλαμήδι το πικρό θεός να το φυλάξη.» καθότι δεν αναφέρεται στο ιστορικό γεγονός αλλά στις… φυλακές. Γιατί η συνέχειά του λέει: «Εκεί ‘ναι οι κατάδικοι όλο βαρυποινίτες. Μέσα είναι κι ο άνδρας μου στα σίδερα βαλμένος, με δυο ζυγίτσες σίδερα στα πόδια και στα χέρια… Στη φυλακή τον έχουνε στα σκοτεινά μπουντρούμια»…
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
 Κλείνω το σημερινό σημείωμα με ένα νεότερο, λαϊκό τραγούδι του Παλαμηδιού, από την συναυλία του 2008 στο Μπούρτζι, που είχε τίτλο: «Κάστρα – Φυλακές» και ακούστηκαν σ’ αυτή τραγούδια της παρανομίας και της φυλακής…