ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Οι ψυχαναγκασμοί: Τσεκάρεις συνέχεια διακόπτες ή αν κλείδωσες το σπίτι;

ΠΗΓΗ : "   pentapostagma,   " 

Posted: Δεκεμβρίου 11, 2014 at 8:31 μμ, Last Updated: 
Θα έχετε όμως προσέξει ότι όταν τελειώσει η αναβάθμιση, ή το φόρ­τωμα ενός προγράμματος, συνήθως εμφανίζεται η ένδειξη «τέλος» ή «έγινε»»finish»,»done». Κλικάρουμε πάνω στην ένδειξη και είμαστε πλέ­ον σίγουροι, ότι το πρόγραμμα φορτώθηκε επιτυχώς. Μπορείτε λοιπόν να αντιληφθείτε τι θα γινόταν, εάν δεν εμφανιζόταν αυτή η ένδειξη τέλους; Θα έπρεπε να επαναλάβουμε τη διαδικασία του φορτώματος από την αρχή. Και εάν και πάλι δεν εμφανιστεί η αναμενόμενη ένδειξη τέλους, που θα μας καθησυχάσει ότι το φόρτωμα, η αναβάθμιση, ή ο έλεγχος για ιούς και άλλα κακόβουλα προγράμματα, ολοκληρώθηκε επιτυχώς, θα ήμασταν υποχρεωμένοι να επαναλάβουμε τη διαδικασία εκ νέου.
Προφανώς μια παρόμοια βλάβη έχουν στον εγκέφαλό τους οι ιδεο- ψυχαναγκαστικοί.
Κείμενο του Ψυχιάτρου Παύλου Σακκά.


Το φόρτωμα του προγράμματος δεν ολοκληρώνεται και επομένως δεν εμφανίζεται η ένδειξη τέλους, στις διαδικασίες ελέγ­χου και ενσωμάτωσης νέων πληροφοριών. Έτσι ο ασθενής αφού δεν είναι σίγουρος ότι ενσωματώθηκαν οι νέες πληροφορίες στον σκληρό δίσκο της μνήμης του, αναγκάζεται να επαναλάβει την ενέργεια, ή τη σκέψη. Αναρωτιέται: Έκλεισα την πόρτα καλά; Ας πάω να τη δω. Τη βλέ­πει, αλλά μόλις απομακρύνεται, αμφιβάλει και πάλι. Πηγαίνει λοιπόν και πάλι να ελέγξει, ούτως ώστε να ενημερωθούν και πάλι τα στοιχεία που έχει καταχωρημένα στον «σκληρό δίσκο» του μυαλού του. Όμως και πάλι η ανασφάλειά του δεν τον αφήνει, αφού δεν έχει κλικάρει πάνω στην ένδειξη τέλους. Επιστρέφει και πάλι και πάλι. Αλλά μάταια, αφού υπάρχει πρόβλημα στην ολοκλήρωση της διαδικασίας και την εμφά­νιση της ένδειξης τέλους. Έτσι δεν μπορεί να είναι ποτέ σίγουρος ότι έκανε «επιτυχώς» την εργασία που μόλις τελείωσε.
Ώσπου κάποιοι ασθενείς βρίσκουν δικούς τους κανόνες. Σκέφτονται: «εάν το ελέγξω επτά φορές, τότε θα είμαι σίγουρος». Ελέγχουν λοιπόν επτά φορές και έτσι ησυχάζουν. Όμως σε κάποιες περιπτώσεις, την ώρα που οι ιδεοψυχαναγκαστικοί κάνουν τον έλεγχο, αναγκάζονται να διακόψουν αυτήν τη συγκεκριμένη ιεροτελεστία, γιατί για παράδειγμα εκείνη την ώρα κτύπησε το τηλέφωνο. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ασθε­νής είναι αναγκασμένος να επαναλάβει τον έλεγχο από την αρχή. Άλλες επτά φορές!
Είχα δει έναν ασθενή, ο οποίος την ώρα που έπλενε τα χέρια του 13 φορές, αυτός ήταν ο αριθμός που είχε επιλέξει, έπρεπε να μη σκέφτε­ται τίποτε άλλο. Έπρεπε να είναι συγκεντρωμένος στο πλύσιμο. Αν, για κακή του τύχη, την ώρα που έκανε την ιεροτελεστία αυτή, περνούσε από το μυαλό του μια άσχετη σκέψη, ήταν υποχρεωμένος να επαναλάβει το πλύσιμο από την αρχή. Έτσι δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο, να πλένει τα χέρια του για πολλές ώρες, καταναλώνοντας ταυτόχρονα και ένα με δύο μπουκάλια υγρό σαπούνι!
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, οι ασθενείς με ιδεοψυχαναγκασμούς, επόμενο είναι να έχουν πολύ χαμηλή παραγωγικότητα. Αντί να ασχολη­θούν με τα ουσιαστικά προβλήματα που έχουν να επιλύσουν, απασχο­λούν τη σκέψη τους με επαναλήψεις. Επαναλήψεις μάλιστα σκέψεων και ενεργειών που συνήθως παίζουν δευτερεύοντα ρόλο στη δραστη­ριότητα ενός φυσιολογικού ανθρώπου. Η ενέργεια «κλείδωσα την πόρ­τα» ή «έκλεισα τον θερμοσίφωνα», έχει στην καθημερινή μας πρακτική, συνήθως έναν χαρακτήρα ρουτίνας, έναν απλό διεκπεραιωτικό ρόλο. Κάτι σαν να ελέγχω για ιούς τον υπολογιστή μου. Στο μυαλό όμως του ασθενούς, λαμβάνει κεντρικό ρόλο. Όλη η προσοχή του εστιάζεται σε τέτοιες πράξεις. Μάλιστα σε συγκεκριμένες για κάθε ασθενή πράξεις. Άλλος ασθενής ενδιαφέρεται για τον θερμοσίφωνα, ενώ άλλος ενδια- φέρεται εάν άφησε τα ηλεκτρικό σίδερο στην πρίζα, ή την πόρτα του ψυγείου ανοικτή.
Η αλήθεια είναι ότι η εστίαση αρχίζει από μια πράξη ή μια ιδέα, αλλά μετά, όσο παραμένει ο ασθενής χωρίς θεραπεία, το πρόβλημα συνήθως έχει την τάση να επεκτείνεται, να απλώνει. Έτσι ενώ μπορεί η αρρώστια να αρχίσει από το σχολαστικό πλύσιμο των χεριών, προοδευτικά μπο­ρεί να επεκταθεί στο σχολαστικό μπάνιο και αργότερα στο σχολαστικό πλύσιμο των ρούχων. Μάλιστα μπορεί ακόμα και να φτάσει στο πέταμα των ρούχων, μετά από κάθε χρήση.
Δεν θα ξεχάσω έναν ασθενή μου, 25 ετών, ο οποίος μου εκμυστηρεύ­τηκε ότι πέταγε το πλυντήριο ρούχων, μετά από κάθε πλύσιμο. Μάζευε πλήθος ρούχων, τα οποία τα είχε φορέσει μόνο μία φορά εκτός του σπι­τιού του και επομένως τα είχε χαρακτηρίσει με το άρρωστο μυαλό του ως «βρόμικα». Τα έπλενε όλα, σε διαδοχικές πλύσεις του πλυντηρίου, το οποίο στο τέλος της διαδικασίας αυτής το πέταγε. Μάλιστα ζούσε σε ένα χωριό της Ηπείρου και τα πλυντήρια τα πέταγε σε έναν γκρεμό που είχε βρει κοντά στο χωριό του. Εκείνη την εποχή βλέπετε δεν υπήρχε η έννοια της ανακύκλωσης. Από την άλλη μεριά είναι χαρακτηριστική αυτή η περίπτωση, γιατί ο δυστυχής ασθενής, δεν είχε μεγάλη οικο­νομική άνεση, για να καλύπτει τις «ιδιοτροπίες» του. Υποχρέωνε όμως τους γονείς του, να του αγοράζουν νέα πλυντήρια, γιατί αλλιώς «αρρώσταινε» και γινόταν εκτός εαυτού, πιεστικός μέχρι σημείου, να του γίνεται το χατίρι.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ιδεοψυχαναγκαστικοί, ενώ στο βάθος αντιλαμβάνονται ότι αυτό που κάνουν είναι περιττό και εκτός λογικής, εντούτοις δεν μπορούν να αντισταθούν και να μην το κάνουν. Και όταν πρόκειται για πράξη μιλάμε για «ψυχαναγκασμό», ενώ όταν πρόκειται για ιδέα, μιλάμε για «ιδεοληψία».
Ψυχαναγκασμοί δηλαδή είναι οι επαναλαμβανόμενες, υπερβολικές και παράλογες πράξεις, όπως το πλύσιμο, το κλείδωμα, το ανοιγοκλείσιμο ενός διακόπτη, προκειμένου να σιγουρευτεί ο ασθενής ότι είναι κλειστός. Ιδεοληψίες είναι ανάλογα επαναλαμβανόμενες, περιττές και παράλογες ιδέες, όπως «να σκεφτώ μιαν ευχή για να μου πάνε τα πράγ­ματα καλά», ή «μην περάσω μπροστά από εκκλησία γιατί μπορεί να μου έρθει να βρίσω τα θεία», ή «πρέπει να βρίσκω το άθροισμα των αριθμών, στις πινακίδες των αυτοκινήτων που περνάνε από μπροστά μου», ή ακόμα «αν περάσει μια δυσάρεστη σκέψη στο μυαλό μου, τότε αμέσως πρέπει να σκεφτώ κάτι ευχάριστο», γιατί αλλιώς τα πράγματα θα πάνε άσχημα.
Τόσο οι ιδεοληψίες, όσο και οι ψυχαναγκασμοί, συνήθως λαμβάνουν τον χαρακτήρα ιεροτελεστίας. Κάτι που επαναλαμβάνεται, χωρίς καμία ουσία, απλά για να μπορέσουμε να καθησυχαστούμε. Όπως κάνουμε τον σταυρό μας, όταν περνάμε μπροστά από μια εκκλησία, μηχανικά, χωρίς η συγκεκριμένη πράξη να έχει καμιά ουσιαστική σχέση, με τον βαθμό της θρησκευτικής μας πίστης. Μάλιστα μερικοί προσπαθούν με κάθε τρόπο να μην προσπεράσουν εκκλησία, χωρίς να κάνουν τον σταυρό τους, γιατί πιστεύουν ότι σε αντίθετη περίπτωση αυτό θα τους βγει σε κακό.
Είδα μια φορά έναν άντρα στην Κηφισίας, πάνω σε ένα μηχανάκι, που ενώ έτρεχε με υπερβολική ταχύτητα, κάτω μάλιστα από βροχή, άφησε το τιμόνι, για να κάνει τον σταυρό του, επειδή πέρασε μπροστά από την Αγία Τριάδα! Αναρωτήθηκα τότε αν αλήθεια ο Θεός θα ευχαριστιόταν από την πράξη του αυτή, ή αν τον έβλεπε από τον ουρανό, θα του έλεγε με έντονη φωνή «τα χέρια σου στο τιμόνι και το μυαλό σου στον δρόμο και όχι στις εκκλησίες…».
Οι ασθενείς αντιλαμβάνονται ότι οι πράξεις αυτές είναι περιττές και ανούσιες. Τον μόνο σκοπό που εκπληρώνουν, είναι να προκαλούν αγχομείωση στον ασθενή που τις πραγματοποιεί. Κάποιοι τρώνε για πα­ράδειγμα τα νύχια τους όταν έχουν άγχος. Αυτό τους προκαλεί κάποια στιγμιαία εκτόνωση στο άγχος τους. Από την άλλη, αν κάποιος τους απαγορεύσει να τα δαγκώσουν, είναι βέβαιο ότι το άγχος τους θα κορυφωθεί. Οι ίδιοι το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό και έτσι δεν προσπαθούν καν να εμποδίσουν, την εκτέλεση αυτής της τελείως περιττής δραστη­ριότητας.
Το ίδιο ισχύει και για τους υπόλοιπους ψυχαναγκασμούς και ιδεολη­ψίες. Οι ασθενείς γνωρίζουν ότι αν προσπαθήσουν να αποφύγουν τις άχρηστες πράξεις, ή τις άχρηστες και πολλές φορές παιδαριώδεις σκέ­ψεις, θα αγχωθούν σε σημείο που δεν θα μπορούν να ησυχάσουν, αν δεν τις κάνουν. Μπορεί να περάσουν ώρες και να σκέφτονται συνεχώς την πραγματοποίησή τους.
Σε έναν ασθενή μου, όταν οδηγούσε του ερχόταν ξαφνικά η ιδέα: «μήπως κτύπησα κάποιον στη διασταύρωση που πέρασα και δεν το κατά­λαβα;» Κάποιες φορές σταματούσε αμέσως και κοιτούσε ενδελεχώς την διασταύρωση για να βεβαιωθεί ότι δεν υπήρχε κανείς τραυματισμένος ή σκοτωμένος. Κάποιες φορές που βιαζόταν, δεν σταματούσε και πίε­ζε τον εαυτό του να συνεχίσει, γνωρίζοντας άλλωστε ότι η αμφιβολία του αυτή ήταν εξωπραγματική. Εντούτοις δεν μπορούσε να ξεφύγει από αυτήν και μια φορά αναγκάστηκε να επιστρέφει μετά από μία ώρα οδήγησης, για να βεβαιωθεί και επομένως να καθησυχαστεί. Μάλιστα μια φορά που επέστεψε σπίτι του το βράδυ, η σκέψη τον έτρωγε, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κοιμηθεί. Έτσι σηκώθηκε από το κρεβά­τι, ντύθηκε πρόχειρα και επέστρεψε στη διασταύρωση, που προηγου­μένως δεν είχε ελέγξει με λεπτομέρεια!
Οι άνθρωποι αυτοί είναι παγιδευμένοι από τον ίδιο τους τον εαυτό. Ζουν μέσα στους περιορισμούς που οι ίδιοι, χωρίς να το θέλουν, έχουν φτιάξει, από ανασφάλεια. Ο πυρήνας του ιδεοψυχαναγκασμού βρίσκε­ται ακριβώς στην προσωπική ανασφάλεια. Ανασφάλεια που τις περισ­σότερες φορές είναι καλλιεργημένη από τους γονείς. Οι γονείς χωρίς και αυτοί να το θέλουν, πολλές φορές τραβάνε το χαλί κάτω από τα πόδια των παιδιών τους, ή όπως λένε άλλοι πιο ποιητικά, πριονίζουν τα φτερά των παιδιών τους. Και το κάνουν αυτό συνήθως από υπερπροστασία, γιατί κατά βάθος δεν έχουν εμπιστοσύνη στις ικανότητες των παιδιών τους. Σε πολλές από τις περιπτώσεις ασθενών μου, υπήρχε ένας πατέ­ρας ιδιαίτερα αυταρχικός, με υψηλές απαιτήσεις, συνήθως από το παιδί του, με αποτέλεσμα να εμφυσήσει στο παιδί του ανασφάλεια και να το οδηγήσει στα δεσμά-προστασία, των αυστηρών ορίων, που δημιουργεί ο ιδεοψυχαναγκασμός. Σπανιότερα έχω συναντήσει ιδεοψυχαναγκαστικούς ασθενείς στους οποίους κεντρικό ρόλο έπαιζε η μητέρα τους. Και αυτό αφορούσε συνήθως σε κοπέλες ασθενείς, χωρίς βέβαια ο κα­νόνας αυτός να μην έχει και εξαιρέσεις. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η διερεύνηση της ανθρώπινης ψυχής, είναι γεμάτη με εκπλήξεις και ανατροπές.
Βέβαια δεν φτάνει μόνο ο αυστηρός και με υψηλές επιδιώξεις πατέ­ρας, για να γίνει κάποιος ψυχαναγκαστικός. Οι περισσότεροι νέοι επα­ναστατούν απέναντι σε έναν τέτοιο γονέα. Και η επανάσταση, πιστέψτε με, είναι μια απόλυτα υγιής αντίδραση. Για να γίνει ένας νέος ψυχανα­γκαστικός, χρειάζεται όχι μόνο την αποδοχή από τον νέο, των στόχων του γονέα, αλλά και την αποδοχή στη συνέχεια, της αδυναμίας ή δυ­σκολίας της επίτευξης των στόχων αυτών. Δηλαδή συνήθως το παιδί που γίνεται ψυχαναγκαστικό, αρχικά ταυτίζεται με τον γονέα. Αποδέχε­ται τα σχέδια που έχει ο γονέας γι’ αυτόν. Παράλληλα όμως αποδέχεται και τις αμφιβολίες του γονέα, για την ικανότητά του να τα καταφέρει. Με άλλα λόγια αποδέχεται την απαξίωση, που εισπράττει από τον γο­νέα του, αδιαμαρτύρητα.
Αδιαμαρτύρητα; Όχι βέβαια. Ο ψυχαναγκασμός αποτελεί τη διαμαρ­τυρία του. Μια διαμαρτυρία όμως, χωρίς ανοιχτή σύγκρουση. Αφού ο ψυχαναγκασμός κάνει τον νέο ανάπηρο και άρα τιμωρεί, με αυτόν τον επώδυνο τρόπο, τον φιλόδοξο γονέα. Αλλά βέβαια, πάνω από όλους τι­μωρείται ο ίδιος ο άρρωστος. Αποτελεί αυτή η στρατηγική, την αποκο- ρύφωση αυτού που αποκαλούμε «παθητική επιθετικότητα». Δηλαδή, επιτίθεμαι, στην προκειμένη περίπτωση στον γονέα, με παθητικότητα, μη κάνοντας στην ουσία αυτό που περιμένει ο γονιός από εμένα.
Εδώ αξίζει να δώσουμε σημασία στα δύο πεδία, στα οποία εργάζε­ται ταυτόχρονα ο ιδεοψυχαναγκασμός. Στην τιμωρία του γονέα, αλλά και στην τιμωρία του ίδιου του ασθενούς. Και δυστυχώς στην παραπέ­ρα ζωή του ιδεοψυχαναγκαστικού, τη θέση του γονέα την παίρνουν τα άτομα που βρίσκονται δίπλα του. Ο σύζυγος, η πεθερά, οι συγγενείς, ακόμα και τα παιδιά τού ασθενούς, αλλά βέβαια ακόμα και ο γιατρός, που θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει. Προσοχή λοιπόν. Δεν πρέπει να πιεστεί ο ψυχαναγκαστικός, γιατί αν εκλάβει την πίεση σαν επιθε­τικότητα, τότε θα απαντήσει με έξαρση των συμπτωμάτων του. Όπως όταν πιέσεις κάποιον να μην καπνίσει, μπορεί να τον κάνεις να καπνί­σει περισσότερα τσιγάρα, έτσι και αν πιέσεις έναν ψυχαναγκαστικό, θα του φουντώσεις τους ψυχαναγκασμούς. Οι ψυχαναγκασμοί του απο­τελούν τον μόνο τρόπο που έχει μάθει, να ανταποδίδει την επιθετικό­τητα! Υποφέροντας βέβαια ο ίδιος, περισσότερο. Με αυτόν τον τρόπο όμως ξέρει πολύ καλά, ότι μαζί με τον εαυτό του, ταλαιπωρεί και τους γύρω του.
Μία ιδεοψυχαναγκαστική κοπέλα 15 χρονών, είχε «πρόβλημα» με τον αυστηρό πατέρα της. Κάθε φορά που της έκανε μια παρατήρηση, της πυροδοτούσε την ανασφάλειά της. Στο άρρωστο μυαλό της, αυτό μεταφραζόταν σε ανασφάλεια καθαριότητας. Της ερχόταν η ιδέα ότι «λερώθηκε», με αποτέλεσμα να πρέπει να πάει αμέσως στο μπάνιο για να πλυθεί. Έτρεχε λοιπόν στο μπάνιο και πλενόταν, για μία τουλάχιστον ώρα. Έτσι τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, του πατέρα της συμπερι­λαμβανομένου, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την τουαλέτα για την επόμενη ώρα! Και η τιμωρία του πατέρα δεν τελείωνε εκεί καθότι, σε κάθε μπάνιο που έκανε η κοπέλα αυτή, κατανάλωνε αρκετά κυβικά νερό, ένα ολόκληρο μπουκάλι σαμπουάν, ένα μπουκάλι αφρόλουτρο και τέσσερεις πετσέτες, οι οποίες έπρεπε αμέσως να πλυθούν στο πλυ­ντήριο. Η κοπέλα ξεφλούδιζε μεν από το πλύσιμο και δεν μπορούσε να χαρεί τη ζωή της, αλλά και οι δικοί της από την άλλη, ζούσαν μαζί της, στην κόλαση. Δεν μπορούσαν να προγραμματίσουν τίποτε, γιατί ανά πάσα στιγμή, μπορούσε η ασθενής να «καταλάβει» το μπάνιο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εννοείται ότι δεν μπορούσαν να καλέσουν κανέναν σπίτι τους, αλλά ούτε και να είναι ακριβείς στα ραντεβού τους. Ήταν λοιπόν η κοπέλα φυλακισμένη από την αρρώστια της, αλλά μαζί της είχαν «φυλακιστεί» και οι δικοί της.
Εκεί λοιπόν κρύβεται το μυστικό της αντιμετώπισης των ιδεοψυχαναγκαστικών. Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να πιέσουμε τον ασθενή, με τρόπο που ο ασθενής να τον εκλάβει σαν επιθετικότητα προς αυ­τόν. Πρέπει να τον αφήσουμε να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων ο ίδιος. Εμείς απλώς οφείλουμε να του υποδεικνύουμε πόσο «φυλακι­σμένος» είναι, ώστε να του ενισχύουμε το κίνητρο να βγει από τη φυλα­κή του. Και βέβαια να του θέτουμε στη διάθεσή του, τα κλειδιά από τα κάγκελα που τον περιβάλουν. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να του τα δώσουμε στο χέρι και βέβαια ούτε να του ξεκλειδώσουμε καμιά κλει­δαριά. Αν το κάνουμε αυτό, τότε η αρρώστια του, θα του δημιουργήσει αμέσως νέα κάγκελα. Αυτή είναι η φύση της αρρώστιας. Πρέπει στην ουσία, μόνος του ο ασθενής να ξεπεράσει τις ανασφάλειές του. Αν του λύσουμε εμείς το πρόβλημα, είναι σαν να του επιβεβαιώνουμε την ανασφάλειά του.
Η αντιμετώπιση του ιδεοψυχαναγκασμού είναι μια μακρά διαδρομή, που απαιτεί μεγάλη υπομονή και κυρίως αυτοσυγκράτηση. Όμως όπως κάθε δύσκολος στόχος έχει τη γοητεία του και στο τέλος κρύβει μια με­γάλη ικανοποίηση, την απαλλαγή του ασθενούς από τις αλυσίδες της βασανιστικής αυτής αρρώστιας.
Το άλλο εξίσου σημαντικό που συμβαίνει στον ιδεοψυχαναγκασμό είναι ότι συνήθως οι παθολογικές συμπεριφορές, απλώνονται σαν το μελάνι. Ξεκινάνε από μια μικρή κουκκίδα και στο τέλος καταλήγουν να καταλαμβάνουν ολόκληρη τη δραστηριότητα του ασθενούς. Μάλιστα αυτή η μικρή και ασήμαντη «κουκκίδα», μπορεί να βρίσκεται στη ζωή ενός ανθρώπου για χρόνια, χωρίς να του δημιουργεί προβλήματα. Άλ­λωστε πόσοι άνθρωποι δεν έχουν μικρά και περιορισμένα ιδεοληπτικά ή ψυχαναγκαστικά «κουσούρια», τα οποία όμως δεν τους προκαλούν προβλήματα στην καθημερινότητά τους. Από το απλό παιχνίδι «να μην πατήσω τον αρμό, στις πλάκες του πεζοδρομίου», μέχρι να πάρω το «τυχερό μου στυλό» στις σημαντικές εξετάσεις ή συναντήσεις μου..


πηγή: http://www.pentapostagma.gr/2014/12/%ce%bf%ce%b9-%cf%88%cf%85%cf%87%ce%b1%ce%bd%ce%b1%ce%b3%ce%ba%ce%b1%cf%83%ce%bc%ce%bf%ce%af-%cf%84%cf%83%ce%b5%ce%ba%ce%ac%cf%81%ce%b5%ce%b9%cf%82-%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%ad%cf%87%ce%b5%ce%b9%ce%b1.html#ixzz3LpMGYJh9

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου