της Εύας Καπελλάκη -Κοντού
Συνεχίζοντας με ευλάβεια το περπάτημα στα μονοπάτια του Οσίου Ιωάννη του Ξένου από το χωριό Σίβα Μεσαράς, θα ήθελα να επισημάνω ότι η εποχή στην οποία έζησε δεν διαφέρει και τόσο πολύ από την σύγχρονη, τη δική μας. Και τότε ζούσαν μ’ ένα αίσθημα ανασφάλειας και σύγχυσης όπως και τώρα.

Τότε κυριαρχούσε ένα χάος το οποίο είχαν δημιουργήσει οι κατακτητές επί σειρά ετών, όπως και στις ημέρες μας υπό άλλη μορφή  βέβαια οι «κατακτητές», ναρκώνοντας τις ψυχές μας, δηλητηριάζοντάς και τις πιο χαρούμενες διαθέσεις, φέρνοντάς μας σε απόγνωση και απελπισία.
Απελπισμένοι λοιπόν οι άνθρωποι προσπαθούσαν να βρουν την παρηγοριά δίπλα στον φωτισμένο Κυρ Ιωάννη γι’ αυτό κι ό,τι τους ζητούσε το έκαναν, με χαρά και αγαλλίαση. Πρόσφερναν τα χωράφια για να κτίσει εκκλησίες και μοναστήρια, να φτιάξει ελαιοτριβεία, μελισσοκομεία, υδατοδεξαμενές κι ό,τι άλλο είχαν ανάγκη. Το παράδοξο ήταν, ότι όταν τελείωνε το έργο του σ’ ένα τόπο άφηνε άξιους ανθρώπους – καλογέρους να το συνεχίσουν  κι εκείνος με μεγάλη ταπείνωση, αλλά και φλόγα να δημιουργήσει όσο γινόταν περισσότερους ναούς και μοναστήρια για να βοηθήσει το χαμένο ποίμνιο να βρει το δρόμο του, κυρίως τον πνευματικό.
«Ξεκίνησα κι έχτισα  εκκλησιά με μοναστήρι και πολιτεία ονομαστή,  των Μυριοκεφάλων. Πολλά κελιά με μοναχούς και με λιοτρίβια χίλια και με δεξαμενές νερού και με μελίσσια μύρια! Κύριε Παμμακάριστε, Ζευγάς είσαι Μεγάλος πρώτος Εσύ καλλούργησες τσι πλάτες των αιώνων σπορά των νόμων ρίχνοντας στσι γενιές των ανθρώπω. Τσι προσευχές μου άκουσε  και φώτισέ με πάλι και δείξε μου το δρόμο μου  εκκλησιές για να χτίσω να Σ’αγιάσω, Ευλογητέ και να Σε μακαρίζω!! Και γαργαλίζει αμέριμνο τση μέλισσας  το μέλι τ’ άγιο κι ολοευώδιαστο, τους αισθητήρες ούλους τση γεύσης μου και του μυαλού τσι παραχαϊδεμένους! Αλάργησα κι έφυγα απ’ τση Παναγιάς το σπίτι κι απ’ των Μυρίων Κεφαλών των εκκλησιών την κρύπτη…».
Αποκαλυπτικά και συγκινητικά ο ποιητικός λόγος ρέει ως πιστός συνοδοιπόρος στην νοερή ξενάγηση, στον ιερό δρόμο του Οσίου. Όταν τέλειωσε το μεγαλόπνοο έργο του κι έκανε το μοναστήρι των Μυριοκεφάλων μεγάλο και ξακουστό ως την Κωνσταντινούπολη, εξασφαλίζοντας την εγκυρότητά του με χρυσόβουλο από τον ίδιο τον Πατριάρχη και τον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου, προχώρησε προς το νότο ως τα Σφακιά, εκεί  έκτισε το ναό του Απ. Παύλου  κι έφτασε ως την Ακτή – Καβούσι Κισσάμου εκεί … «στη ξέρα τούτη Κύριε, Πάναγνε Πλαστουργέ μου ελπίδα και παρηγοριά, προσευχητάρι μόνο είναι τούτη η εκκλησιά και Σου το σπιτικό Σου! Του Ήλιου και του πέλαου ιερό απάγκιο είναι  και οι βοριάδες οι συχνοί, φυσάνε λυσσασμένα, ζάρες χαράζουνε βαθιές, στα σπλάχνα του μητάτου τση εκκλησιάς τση όμορφης και ταπεινής συνάμα, που με το σήμαντρο καλεί, σε δείπνο τους αγγέλους!».  
Εκεί, λίγο πριν τελειώσουν οι μέρες του στο επίγειο «αλωνάκι μας», συνέταξε διαθήκη ( Codex Bodleianus Oxonii, Canonici 19, 278v – 283v (XV s.).
Τελειώνοντας το οδοιπορικό στα μονοπάτια που περιδιάβηκε σε χαλεπούς καιρούς ο Όσιος Ιωάννης, πρέπει να ομολογήσω ότι είναι τόλμη να ανασύρεις από τη λήθη του χρόνου μια τόσο σημαντική προσωπικότητα που ήταν τόσο κοντά μας, γεννήθηκε δίπλα στο σπίτι μας και τόλμησε με σθένος και παρρησία δίχως φόβο, μόνο με αγάπη χωρίς όρια, να φωτίσει τον σκοτεινό δρόμο των ανθρώπων της εποχής του κι όχι μόνο, γιατί φωτίζει και τον δικό μας δρόμο σε παρόμοιες σκοτεινές εποχές!
Είναι τολμηροί οι συντελεστές της έκδοσης του βιβλίου για τον βίο και την πολιτεία του Οσίου Ιωάννη και ευελπιστούμε ν’ ακολουθήσουν το παράδειγμά τους κι άλλοι εξίσου τολμηροί, για να αναδείξουν κι άλλα φωτεινές πτυχές ενάρετων ανθρώπων που με το έργο τους,  την ταπεινότητά τους και την αφοσίωση στο Θεό αποτελούν τη φωτοδότρια δάδα στα σκοτεινά μονοπάτια που πρέπει να διαβούμε.
Θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την παρουσίαση του βιβλίου  «Ο Άγιος Ιωάννης ο Ξένος ο εν τη Κρήτη», στις 28 Αυγούστου στις 8 το απόγευμα, στην αυλή του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου στον Σίβα Μεσσαράς.


Εύα Καπελλάκη – Κοντού [Εκπαιδευτικός και αρθρογράφος Lettere Classiche dell’ Universita’ degli studi di Napoli “Federico II”].