Όπως κάθε χρόνο έτσι και
φέτος έγινε ο Εορτασμός της ΄Αλωσης του Παλαμηδίου
και της Απελευθέρωσης της πόλεως Ναυπλίου από τον Στάϊκο Ζατουνίτη « Σταϊκούλη
» το χαϊδευτικό του όνομα.
Την βροχερή νύκτα της 29ης
προς 30η Νοεμβρίου 1822 ο Στάϊκος ΣΤΑΪΚΟΠΟΥΛΟΣ κυριεύει το ΠΑΛΑΜΗΔΙ που από 4 Απριλίου του 1821 είχε αρχίσει η
Πολιορκία του.
Φέτος ο καιρός σε όλες τις
εκδηλώσεις εορτασμού από 27-11-2016 μέχρι και 30-11-2016 ημέρα εορτής του Αγίου
Ανδρέα όπου το εκκλησάκι είναι μέσα στο ΠΑΛΑΜΗΔΙ ήταν βροχερός όπως εκείνη την
ηρωϊκή νύκτα όπου τα παλικάρια του Στάϊκου πήραν και πάλι το ΠΑΛΑΜΗΔΙ.
Η 30η Νοεμβρίου
είναι ημέρα Ελευθερίας « Μεγάλου Σηκωμού » για τους Ναυπλιώτες και από τότε
γιορτάζεται καθότι ήταν το « ποθούμενο » των Πανελλήνων.
Εορτάζεται την τελευταία
Κυριακή του μηνός Νοεμβρίου πραγματοποιώντας εκδηλώσεις στο Ναύπλιο
25-26-27
Νοεμβρίου 2016.
Η Δοξολογία λόγω
καιρικών συνθηκών πραγματοποιήθηκε στην Μητρόπολη " Αγιο Γεώργιο ", κάτι που αρκετά χρόνια είχε να συμβεί.
Στην συνέχεια τελέσθηκε στον
Ανδριάντα του Στάϊκου Σταϊκόπουλου κατάθεση στεφάνων.
Στις ανωτέρω
αναφερόμενες εκδηλώσεις τον Σύνδεσμο
Αποστράτων Σωμάτων Ασφαλείας Ν.
Αργολίδας
εκπροσώπησε ο Πρόεδρος του
Συνδέσμου κ. ΜΑΝΤΑΣ
Μιχαήλ ο οποίος κατέθεσε στεφάνι εις μνήμη των
πεσόντων.
ΣΗΜΕΡΑ 30-11-2016 ευχόμαστε
σε όλους
τους εορτάζοντας ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ.
Ο στολισμός έγινε κανονικά.
΄Οσοι όμως επιθυμούσαν πέρασαν και άναψαν ένα κεράκι στον ΄Αγιο Ανδρέα.
Η σημαία μας κυματίζεται.
Και η ωραία θέα που είναι από το Παλαμήδι στο όμορφο Ανάπλι με την τόσο μεγάλη Ι σ τ ο ρ ί α.
Κάθε σοκάκι έχει και την δική του ιστορία μέσα στην παλιά πόλη.
Η Ιστορία όμως του ΠΑΛΑΜΗΔΙΟΥ μεγάλη όπως θα διαβάσετε παρακάτω.
Η κανονική ημέρα για τις
εκδηλώσεις ήταν σήμερα αλλά για τοπικούς λόγους έχει καθιερωθεί η τελευταία Κ υ ρ ι α κ ή του μηνός Νοεμβρίου.
Επίσης το μέλος του
Συνδέσμου Παναγιώτης
ΜΟΥΓΙΑΚΑΚΟΣ έλαβε μέρος στον « ΠΑΛΑΜΗΔΕΙΟ
ΑΘΛΟ των 10 ΧΛΜ. » Εκ μέρος του
Διοικητικού
Συμβουλίου « Σ υ γ χ α ρ η
τ ή ρ ι α » και του
ε υ χ ό μ α σ τ ε
να είναι
πάντα υγιής – δυνατός και να τρέχει κάθε
χρόνο.
Το πραγματοποιηθέν πρόγραμμα.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ Το ΠΑΛΑΜΗΔΙ την Άλωση του Παλαμηδίου, ο Στάϊκος Σταϊκόπουλος από την Ιστοσελίδα argolikivivliothiki.gr.
Παλαμήδι
Οκτωβρίου 24, 2008 από Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού
Παλαμήδι – Κάστρο Παλαμηδίου
Παλαμήδι(ον) ή Παλαμήδειον: Ονομαστός ιστορικός λόφος στα ανατολικά του Ναυπλίου με ισχυρότατο φρουριακό συγκρότημα. Έχει ύψος 216 μ. και η ανάβαση γίνεται είτε από αμαξιτή οδό, που ξεκινάει από την Πρόνοια και φθάνει μέχρι την πύλη του, είτε από σκάλα με 999; πέτρινα σκαλοπάτια, που κατασκευάστηκε από τους Βαυαρούς του Όθωνος. Ο λόφος πήρε την ονομασία του από τον ήρωα του Τρωικού Πολέμου, το μυθικό Παλαμήδη, γιο του Ναυπλίου, ιδρυτή της Ναυπλίας, και της Κλυμένης (ή της Φιλύρας ή της Ησιόνης).
Το σημερινό φρούριο για πρώτη φορά οχυρώνεται από τους Ενετούς στη διάρκεια της Β΄ Ενετοκρατίας (1686-1715) με ένα τέλειο σύστημα συγχρονισμένης οχύρωσης. Το Παλαμήδι είναι ένα τυπικό φρούριο μπαρόκ, σε σχέδια των μηχανικών Giaxich και Lasalle. Ειδικότερα, πρώτος οχύρωσε συστηματικά (το 1687) το Παλαμήδι ο Φραγκίσκος Μοροζίνης (ο οποίος πέθανε στις 6 Ιανουαρίου 1694 στο Ναύπλιο και τάφηκε στη Βενετία), το έργο συνέχισε το 1690 ο Ιάκωβος Κορνέρ και τέλος το 1712 ο Ενετός προβλεπτής Αυγουστίνος Σαγρέδος ολοκλήρωσε το συγκρότημα και λάξευσε τη θολωτή κλίμακα επικοινωνίας με την πόλη. Στο λόφο υπήρχαν παλαιότερα (από το 13ο αιώνα) ελαφρές οχυρώσεις, και ακόμα μεγαλύτερες έγιναν μετά τη χρησιμοποίηση της πυρίτιδας το 1500.
Το φρουριακό συγκρότημα αποτελείται από 8 προμαχώνες, που καθένας τους περιβάλλεται από τείχος και, σε περίπτωση ανάγκης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνος του για άμυνα ή επίθεση. Τα ονόματά τους, αρχικά τούρκικα και μετά ελληνικά, είναι:
- Τζιδάρ Τάπια ή Προμαχώνας του Αγίου Ανδρέου ή Φρουραρχείον (επειδή εκεί ήταν το φρουραρχείο). Ο Ναός Αγίου Ανδρέα βρίσκεται μέσα στον ομώνυμο προμαχώνα. Στεγάζεται με ημικυλινδρικό θόλο και εισχωρεί κατά το ανατολικό μισό μέρος μέσα σε μία από τις καμάρες που στηρίζουν τον περίπατο των τειχών. Το ελεύθερο μέρος του είναι δίκλιτο.
- Τάβελ Τάπια ή Φωκίων (κατ’ άλλους Φωκιανός).
- Καρά Τάπια ή Θεμιστοκλής.
- Μπαζιριάν Τάπια ή Μιλτιάδης (είναι ο ψηλότερος προμαχώνας, ύψους 22 μ., και έχει αποθήκες). Χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή του ήρωα της Επανάστασης Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
- Σεϊτάν Τάπια ή Επαμεινώνδας (κοντά του έχει εντειχιστεί λίθινη πλάκα με τα σύμβολα της τουρκικής κατακτήσεως).
- Τομπράκ Τάπια ή Λεωνίδας.
- Γιουρούς Τάπια ή Αχιλλεύς (είναι ο χαμηλότερος από όλους, ύψους 6μ. και ονομάστηκε Γιουρούς Τάπια γιατί από εκεί μπήκαν μετά από έφοδο, στα τούρκικα «γιουρούς», στο φρούριο οι Τούρκοι και το κατέλαβαν από τους Ενετούς το 1715· από τον ίδιο προμαχώνα μπήκαν το 1822 και οι Έλληνες και κατέλαβαν το Παλαμήδι).
- Δενίζ Καπού ή Ρομπέρ (προς τιμήν του Γάλλου φιλέλληνα Φραγκίσκου Ρομπέρ που πέθανε το 1826 από τα τραύματά του κατά την πολιορκία της Ακροπόλεως των Αθηνών).
Η ιστορία του λόφου του Παλαμηδίου μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους Σταυροφόρους (1204) είναι αρκετά περιπετειώδης. Έως το 1205 ανήκε στον τοπικό άρχοντα Λέοντα Σγουρό. Ακολούθησε η Φραγκοκρατία (1205-1389), και η Α’ Ενετοκρατία (1389-1540). Το 1540 καταλήφθηκε από τους Τούρκους (Α’ Τουρκοκρατία, έως το 1686), κατόπιν πάλι από τους Βενετούς (Β’ Ενετοκρατία 1686-1715) για να ακολουθήσει η Β’ Τουρκοκρατία από το 1715 μέχρι το 1822. Τη νύκτα της 29/30 Νοεμβρίου 1822 ο Στάϊκος Σταϊκόπουλος και ο Δημήτριος Μοσχονησιώτης με 350 (ή κατ’ άλλους 280) επίλεκτα παλληκάρια απελευθέρωσαν το Παλαμήδι και την επομένη το πρωί, 30 Νοεμβρίου, εψάλη δοξολογία στον εκεί μικρό ναό του Αγίου Ανδρέου από το Γεώργιο (Βελλίνη), ιερέα του ναού του Αγίου Γεωργίου.
Το εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέου κτίστηκε το 1712 από τον Αυγουστίνο Σαγρέδο και κάθε χρόνο στις 30 Νοεμβρίου, εορτή του τιμώμενου αγίου και επέτειο της απελευθερώσεως του Παλαμηδίου, τελείται εκεί δοξολογία και ακολουθεί η καθιερωμένη ομιλία. Το Παλαμήδι χρησιμοποιήθηκε αργότερα (μέχρι το 1916) ως φυλακές, και συγκεκριμένα ο προμαχώνας Μιλτιάδης για τους ισοβίτες ή θανατοποινίτες κατάδικους και οι λεγόμενες φυλακές του «Αγιαντρέα» ή «Κατάστημα» γι’ αυτούς που είχαν ελαφρότερες ποινές. Ένα μικρό πλάτωμα, το γνωστό ως «Αλωνάκι» χρησίμευε ως τόπος εκτελέσεων, ενώ οι δήμιοι, πρώην θανατοποινίτες, κατοικούσαν στο επιθαλάσσιο φρούριο, το Μπούρτζι. Στους πρόποδες του Παλαμηδίου, πάνω από την οδό Εικοστής Πέμπτης Μαρτίου, σώζεται ένας αιωνόβιος πλάτανος, που σκιάζει μία βενετσιάνικη κρήνη, την ονομαστή «Βρύση του Πλατάνου», από όπου τα ξημερώματα της πρωτοχρονιάς, οι κοπέλλες του Αναπλιού, ακολουθώντας την παράδοση, έπαιρναν το «αμίλητο νερό».
Posts Tagged ‘Παλαμήδι’
Η Άλωση του Παλαμηδίου
Posted in Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ναύπλιο, Πρόσωπα & γεγονότα του΄21, tagged 1821, Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γεώργιος Κόνδης, Επανάσταση 21, Ιστορία, Μοσχονησιώτης Δημήτριος, Ναύπλιο, Οπλαρχηγός, Παλαμήδι, Σταϊκόπουλος Στάϊκος, Staikos Staikopoulos on Νοεμβρίου 22, 2016 | Leave a Comment »
Η Άλωση του Παλαμηδίου – Ομιλία του Δρ. Γεωργίου Κόνδη στην Αίθουσα Βουλευτικού στις 28 Νοεμβρίου 2015
Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος
και του κορυφαίου αυτάδελφος
τον Δεσπότην των όλων, Ανδρέα,
ικέτευε, ειρήνην, τη οικουμένη δωρήσασθαι
και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.
Μέσα σε βάναυσα σκοτεινιασμένο χώρο, φτιαγμένο πρώτα ν’ αποθέτουν οι χριστιανοί με προσευχή τις ελπίδες του βίου τους, μεταλλαγμένο όμως σε χαμώγι όπου η μούχλα και η πνιγηρή σκόνη του χρόνου έχουν βασίλειο˙ με πρόσωπο θαμμένο κάτω από μπάλες πέτρινες ολέθρου˙ εκεί φως μυστικό ελπίδας ανάλαμψε στους τοίχους του και ο ψαλμός του Αγίου Ανδρέα ακούστηκε εξαγνιστικός, χρόνια πολλά μετά τον ερχομό της τυραννίας και της σκλαβιάς.
Μια εικόνα, λίγα εκκλησιαστικά σκεύη δανεικά από παρακείμενη εκκλησία κι ένα απλό σιδερένιο μανουάλι με κεριά. Κι ήταν το μεγαλείο του ναού απερίγραπτο, όσο απερίγραπτος είναι ο δεύτερος άθλος της αναγέννησής του και άλλο τόσο απερίγραπτη η απλότητα και η ταπεινή ευχαριστήρια επίκληση των νικητών στον Άγιο, που τους αξίωνε να ζήσουν μέρα τέτοιου θριάμβου.
Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος
και του κορυφαίου αυτάδελφος
Ο λεβεντόπαπας Γιώργης Βελίνης γέμιζε με την κορμοστασιά του την ωραία πύλη της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα στο εσωτερικό του Παλαμηδιού. Μαζί με όλο το εκκλησίασμα έψαλαν και πάλι το απολυτίκιο για τη μεγάλη εορτή που είχε ξημερώσει. Την εορτή του Αποστόλου Ανδρέα. Την εορτή της μεγάλης χαράς για το Ανάπλι και τους Έλληνες. Δεν πρόδιδε τούτη η λιόλουστη μέρα όσα είχαν προηγηθεί. Ούτε τα πρόσωπα του παπά και των άλλων αγωνιστών πρόδιδαν αγώνα, κούραση, αγωνία. Ίχνος ρυτιδιασμένου προσώπου δεν υπήρχε. Όλων τα πρόσωπα έλαμπαν. Πρώτος και καλύτερος ο καπετάνιος της μεγάλης νίκης ο Στάικος Σταϊκόπουλος, ζωσμένος ακόμα τ’ άρματά του όπως και οι άλλοι συντρόφοι του, με πρόσωπο λαμπερό και σώμα ανδρείο παρουσιαζόταν μπροστά στον Άγιο να τον ευχαριστήσει που στάθηκε αρωγός σε τούτη την υπεράνθρωπη προσπάθεια.
Δίπλα του γαλήνιος ο Δημήτρης Μοσχονησιώτης, ένιωθε βαθιά μέσα του τη χαρά της δικής του αντρειοσύνης. Μόλις λίγες ώρες είχαν περάσει από τη στιγμή που κάνοντας μέσα στο βροχερό σκοτάδι το σταυρό του, σαλτάρισε στο τείχος του προμαχώνα Γκιουρούς-τάμπια και έδωσε σινιάλο για να αρχίσει η απελευθέρωση του Παλαμηδιού. Και τώρα τίποτα δεν έδειχνε στο πρόσωπό του την ένταση εκείνων των στιγμών. Δίπλα σ’ αυτόν χαρούμενος και ντούρος σαν όλα τα παλικάρια, ο γέροντας Μανόλης Σκρεπετός. Ο Κρανιδιώτης αγωνιστής, γνώστης βήμα προς βήμα του Παλαμηδιού, εκείνος που κάτω από τον τεράστιο σωρό από λίθινες μπάλες έφερε στο φως της λιόλουστης μέρας το ναό. Και σαν ο Απόστολος, αλαφρωμένος από το βάρος τόσων χρόνων να τον ευχαριστούσε, έβαζε το φως των κεριών από το μανουάλι να τονίζει τη γαλήνια σοφία που ανάβλυζε από το καθαρό πρόσωπο του γέροντα. Δίπλα και παραδίπλα του και σ’ όλο το εκκλησάκι που φωτιζόταν από τα κεριά και τα λαμπερά πρόσωπα, έστεκαν τα παλικάρια που πήραν μέρος σε τούτονε τον άθλο. Και παραέξω στην αυλή άλλοι πολλοί ευχαριστούσαν τον Απόστολο που τους ξημέρωσε σε τέτοια ένδοξη μέρα. Ο παπα-Βελίνης τους μοίρασε στο «Δι’ ευχών» το λιγοστό αντίδωρο που σαν από θαύμα άρτων έφτασε για όλους και τους ζήτησε να ψάλουν όλοι μαζί το μεγαλυνάριο του Αγίου Ανδρέα πριν πάρουν την κατεβασιά για την πόλη, εκεί όπου οι συζητήσεις για το αύριό της θα δυνάμωναν ξανά την αγωνία.
Χαίροις ο Πρωτόκλητος μαθητής
χαίροις σωφροσύνης και ανδρείας στήλη λαμπρά,
χαίροις ο του πάθους κοινωνός του Κυρίου
Απόστολε θεόπτα, Ανδρέα πάντιμε.
Αυτό που σήμερα γιορτάζουμε και θα προσπαθήσω να παρουσιάσω εις ανάμνησιν, είναι μια ιστορία ΑΠΟΚΟΤΙΑΣ. Από εκείνες τις μεγάλες που έκαναν τούτο τον τόπο να περάσει από τη σκλαβιά στην ελευθερία. Από εκείνες που τάραζαν τους τυράννους όταν οι Έλληνες τις έκαναν πράξη, καθώς φαινότανε στα μάτια τους αδύνατον να γίνουν από θέληση και σώμα ανθρώπου και δεν λογάριαζαν πως στις αποκοτιές είναι η ψυχή που έχει τον πρώτο λόγο και κείνη που οδηγεί μυαλό και σώμα. Από εκείνες, τέλος, τις αποκοτιές, που ύμνησε ο μεγάλος μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης χαράζοντας διαχρονικά τις λέξεις του πάνω στην Ιστορία : «Τέτοιας λογής αποκοτιές, ωστόσο, μαθαίνοντας οι Άλλοι, σφοδρά ταράχτηκαν». Ταράχτηκαν γιατί ο ίδιος ο ξεσηκωμός αποτελούσε τη μεγαλύτερη αποκοτιά που θα μπορούσε να σκεφτεί ανθρώπινος νους μέσα στην οθωμανική αυτοκρατορία. Και να που τώρα ερχόταν να προστεθεί μια ακόμη και να αμφισβητήσει την άτρωτη δύναμη της τυραννίας.
Ποια δύναμη μπορούσε να οπλίσει με τόσο κουράγιο και παράτολμο θάρρος τις καρδιές του Σταϊκόπουλου και των συντρόφων του ώστε, τη νύχτα της 29ης προς 30 Νοεμβρίου να ξεκινήσουν κάτω από συνεχή βροχή για να καταλάβουν το Παλαμήδι και να φέρουν στον Εθνικό ξεσηκωμό μια περίλαμπρη νίκη στο αρχικό και δύσκολο ξεκίνημά του.
Στις πάνω βίγλες του Παλαμηδιού δυο σκιές που έζησαν από κοντά τα γεγονότα, τριγυρνούσαν από βίγλα σε βίγλα με την ίδια απορία. Ο Αυγουστίνος Σαγρέδοςδιοικητής τ’ Αναπλιού στο όνομα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας από το 1711 και δίπλα του ο φημισμένος για τις οχυρωματικές κατασκευές του αρχιτέκτων-μηχανικός Λασάλ που ανέλαβε την κατασκευή του Παλαμηδιού. Πέρασαν μήνες και χρόνια να φτιάξουν κάστρο άπαρτο από τις μεγάλες και δυνατές στρατιές των Τούρκων και να που λίγοι επαναστατημένοι Έλληνες ανέτρεπαν τώρα το μεγαλείο του έργου τους. Όσο κι αν επιθεωρούσαν τα τείχη για να εξηγήσουν στρατιωτικά τα γεγονότα, λογική εξήγηση δεν έβρισκαν, καθώς η ψυχή του αντρειωμένου είναι άυλη και μόνο με ψυχή μπορείς να καταλάβεις τους άθλους της.
Και την ψυχή αυτή εκφράζει ο λόγος του Στάικου στα παλικάρια του λίγο πριν προσπαθήσουν για μια ακόμη αλλά τελευταία φορά να καταλάβουν το κάστρο το άπαρτο :
«Το Παλαμήδι φημίζεται, σε τούτη την πλάση, άπαρτο. Όμως, η δόξα που σας σκεπάσει αν το αποχτήσετε, θα φωτίσει Ανατολή και Δύση. (….) Μοραΐτες, ομπρός, ας γιορτάσουμε σήμερα τη γιορτή τ’ Αγιαντρέα, που μας προστατεύει, πατώντας το πιο δυνατό κάστρο των οχτρών μας. (….) Οι γενναίοι, που κλείνουνε στα σωθικά τους τη φλόγα της λευτεριάς, ας σαλτάρουνε πρώτοι μαζί μου στο Παλαμήδι».
Καμπόσους αιώνες μετά, το 2000, ο κ. Ιωάννης Δρούλιας πλέκοντας το εγκώμιό του Στάικου που περιλαμβάνεται στην «Ανάμνηση του Ζατουνίτη Σταϊκόπουλου ως πορθητή του Παλαμηδίου» μέρος της οποίας ακούστηκε σε τούτη την αίθουσα, θα επαναλάβει με όρους γλωσσολογικούς το ίδιο ερώτημα, την ίδια απορία : «Το Παλαμήδι ως «μέγα τείχος» – «τείχος και οχύρωμα» δυσπόρθητο, ήταν «άρρηκτον (ακατάλυτο) τείχος», καταφανώς απόρθητο και κατά λέξη «ανάλωτον» (δηλονότι αδύνατον να αλωθεί, ήτοι να κυριευθεί). Παρά ταύτα, η αδιανόητη, αδύνατη, απίθανη και απροσδόκητη άλωση ( = κατάληψη, κατάκτηση, κατακυρίευση) του Παλαμηδίου επιτελέσθηκε. Πως επιτελέσθηκε αυτή η εκπόρθηση;»
Παρ’ ότι τα γεγονότα είναι γνωστά και υπάρχει, μεταξύ άλλων σημαντικών μελετών, η κλασική πια «Ναυπλία» του Μιχαήλ Λαμπρινίδη και πιο πρόσφατα το εξαιρετικό ιστορικό του κ. Πάνου Λαλιάτση, θα παρακολουθήσουμε ένα σύντομο χρονικό καταγεγραμμένο σε ένα κείμενο σχεδόν άγνωστο στο ευρύ κοινό που αποτελεί όμως μια από τις καλύτερα τεκμηριωμένες και περισσότερο έγκυρες καταγραφές της Επανάστασης. Πρόκειται για τα απομνημονεύματα του Νικολάου Σπηλιάδη ο οποίος σημειώνει πως ο Στάϊκος λίγες μέρες πριν την προσπάθεια κατάληψης του κάστρου είχε ήδη «κατασκευάσει αναβάθρας, έχων σκοπόν να κυριεύσει εξ εφόδου το Παλαμήδι». Το βράδυ όμως εκείνο χάρη στις πολύτιμες πληροφορίες μιας γυναίκας και δυο ανδρών τουρκαλβανών, ξεπερνώντας τους αρχικούς ενδοιασμούς μην πρόκειται για παγίδευση, ο Στάικος και τα παλικάρια του παίρνουν τη μεγάλη απόφαση.
«Ο δε ρηθείς Μοσχονησιώτης», γράφει ο Σπηλιάδης, «προβάλλει ν’ αναβή πρώτος αυτός, προσφέρων εαυτόν ολοκαύτωμα εις τον βωμόν της πατρίδος. Τους λέγει δε, αν ακούσωσι κρότον πιστόλας, να πιστεύσωσιν ότι εφονεύθη από τους Τούρκους˙ και αν τον ακούσωσι κραυγάζοντα, να εικάσωσιν ότι συνελήφθη ζων και να φύγωσιν. Επομένως αποφασίζουσι να παρακολουθήσωσι τριακόσιοι πενήντα στρατιώται˙ ο μεν Στάικος με πενήντα σωματοφύλακας˙ ο δ’ αδελφός του Αθανάσιος με διακοσίους εβδομήντα και ο Γκομπερνάτης με τριάντα τακτικούς.Εκινήθησαν δε προς το Παλαμήδι και αφού επλησίασαν εις θέσιν κατάλληλον, ίστανται, και ο Μοσχονησιώτης προχωρεί με μιαν αναβάθραν, την οποίαν φέρουσι καλόγηρός τις Μεγαλοσπηλαιώτης, καλούμενος Παφνούτιος και Έλλην τις, Πορτοκάλης ονόματι, και την βάλλουσιν εις το τοίχος του προμαχώνος Γκιουρούς τάμπια. Ανεβαίνει δ’ ο Μοσχονησιώτης, παρατηρεί,… επικαλείται την βοήθειαν του Εσταυρωμένου και προπατεί ακροποδιτί….».
Η κατάληψη του προμαχώνα του Αχιλλέα (Γκιουρούς τάμπια) αναίμακτα, θα δώσει φτερά στους μαχητές. Οι πύλες ανοίγουν και οι προμαχώνες καταλαμβάνονται ο ένας μετά τον άλλο: Φωκίων (Ταβίλ τάμπια), Θεμιστοκλής (Καρά τάμπια), Φρουραρχείο (Διζδάρ τάμπια), Επαμεινώνδας (Σεϊτάν τάμπια), Μιλτιάδης (Μπαζιργιάν τάμπια), Λεωνίδας (Τοπράκ τάμπια) και η κοινώς λεγομένη Αναβάθρα ή Ρομπέρ (Δενίζ καπού). Ο Σταϊκόπουλος έχει δώσει εντολές να μην ανοίξει μύτη όπου οι Τούρκοι παραδίδονται και μάλιστα στον προμαχώνα Μιλτάδη, όπου έχουν συγκεντρωθεί όσοι δεν πρόλαβαν να καταφύγουν στην πόλη, με σκοπό να ανατιναχθούν με την πυρίδα που διαθέτουν, διαδραματίζεται η παρακάτω σκηνή με τον Σταϊκόπουλο :
«εξελθών ολίγον προ της πύλης, όθεν ευκόλως ακούεται και προσκαλέσας τους αρχηγούς και τους προκρίτους, τους ελάλησε με τρόπον φιλάνθρωπον και τους εβεβαίωσε δια την ασφάλειαν της ζωής και της τιμής των και συνάμα αφήκεν ελευθέρους τους εν τω προμαχώνι Μπαζιργιάν τάμπια και κατήλθον εις την πόλιν όλως ανεπηρέαστοι και τους καθησύχασε».
Το πρωινό της 30ηςΝοεμβρίου η βροχή έχει τελειώσει και ένα λαμπρός ήλιος χαρίζει γιορταστικές ανταύγειες στα τείχη του Παλαμηδιού. Μια μεγάλη νίκη ξημέρωσε για την ελληνική επανάσταση και ένας άθλος προστέθηκε στην ιστορική της πορεία. Με εξαίρεση την πτώση από την σκάλα και τον τραυματισμό του αρχιμανδρίτη Διονύσιου Βυζαντίου που ακολουθούσε το Μοσχονησιώτη στην κατάληψη του προμαχώνα Θεμιστοκλή (Καρά τάμπια) δεν άνοιξε μύτη και ούτε σκηνές αντεκδίκησης από τους Έλληνες κατοίκους της πόλης καταγράφονται.
Όταν κατελήφθη και ο τελευταίος προμαχώνας χωρίς αντίσταση περιγράφει ο Νικόλαος Σπηλιάδης: «οι Τούρκοι προφθάσαντες έφυγον δια της προς την θάλασσαν πύλης και κατήλθον εις την πόλιν. Επειδή δε εις τις εξ αυτών επιστόλισεν, ήρχισαν τας ιαχάς οι Έλληνες και τότε ηκούσθη μεγάλη οχλοβοή εις το Ναύπλιον, ένθα οι Τούρκοι, άνδρες και γυναίκες, ήρχισαν να θρηνώσι και να οδύρωνται, καθόσον νομίζουσιν εαυτούς απολωλότας, φέροντες κατά νουν την αθέτησιν των προ ολίγου γενομένων συνθηκών, τα απειλάς του Κολοκοτρώνη και τα φρικτά εν Τριπολιτσά εκ της εφόδου πηγάσαντα δεινά».
Στην πιο σκληρή μάχη, σ’ έναν από τους μεγαλύτερους άθλους της ελληνικής επανάστασης, η Ιστορία πρέπει να υπογραμμίσει με εντονότερα γράμματα το έλεος και τη φιλανθρωπία που επέδειξαν οι νικητές στους ηττημένους.
«Οι δ’ Έλληνες», σημειώνει και πάλι ο Σπηλιάδης, «εδόξασαν τον Παντοδύναμον, όστις τους εχάρισε πάλιν το εξακουστόν φρούριον του Ναυπλίου, το οποίον θ’ αποκατασταθή επομένως καθέδρα της Κυβερνήσεως και άσυλον των Ελλήνων και εις το οποίον η Ελλάς θα χρεωστή κατά μέγα μέρος την ελευθερίαν της».
Η κατάληψη του Παλαμηδιού αποτέλεσε ένα σημαντικό γεγονός για το μέλλον της Ελληνικής Επανάστασης. Το μέγεθος και η βαρύτητα του γεγονότος πέρασε γρήγορα τα σύνορα της Αυτοκρατορίας και έφτασε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προκαλώντας το θαυμασμό στις εχθρικές προς την επανάσταση ηγεσίες και τη χαρά στους φιλελληνικούς κύκλους.
O Γάλλος λοχαγός Gracy γράφει σε έκθεσή του στις 15 Δεκεμβρίου 1822 : Το Ανάπλι εκυριεύθη και τώρα έχουμεν εκτός από το φοβερόν φρούριον και λιμένι θαυμάσιον δια τα καράβια μας» και συνοψίζοντας τις εντυπώσεις που προκάλεσε το γεγονός στην Ευρώπη σημειώνει : «Το Ναύπλιον, το Γιβραλτάρ τούτο της Πελοποννήσου, ού ο λιμήν προστατευόμενος υπό της νησίδος του Βουρτσίου δύναται να περιλάβη εν ασφαλεία εξακόσια περίπου πλοία, περιελθόν ήδη εις τας χείρας των Ελλήνων εξασφαλίζει εντελώς την εν Πελοποννήσω επικράτησιν αυτών».
Ταυτόχρονα, η νίκη αυτή φώτισε σε μια δύσκολη αρχική περίοδο του Εθνικού Ξεσηκωμού τη σημασία της προσωπικότητας των ανθρώπων που ανέλαβαν το βάρος της αποκοτιάς και οδήγησαν την πατρίδα και το λαό της βήμα βήμα στην ελευθερία. Ανάμεσά τους ξεχωριστή βέβαια θέση κατέχει η προσωπικότητα του Σταϊκούλη και δεν είναι τυχαία η χρήση του χαϊδευτικού, ακόμη σήμερα, που υπογραμμίζει αυτή τη θέση στις καρδιές των ανθρώπων και όχι μόνο της Ιστορίας. Γόνος ευκατάστατης οικογένειας και από νεαρή ηλικία γνωστός για τις δεξιότητές του στο εμπόριο, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε έμπορο και να γευτεί τα οφέλη μιας πλούσιας και ήρεμης ζωής.
Ο Σταϊκόπουλος όμως ήταν φτιαγμένος από άλλα υλικά. Από εκείνα που η Ιστορία ρίχνει στην ανθρώπινη πάστα για να φτιάξει άτομα ξεχωριστά που προσανατολίζουν και οδηγούν τους λαούς μέσα από τα σκοτάδια στα μεγάλα της ξέφωτα. Εκεί όπου η Δόξα δίνει στους ήρωες το ζηλευτό φιλί της.
Ο ποιητής Θεόδωρος Κωστούρος θα αποτυπώσει τη στιγμή με τον καλύτερο τρόπο στους στίχους του.
Αγέραστος κι αθάνατος, πάντα κοντά μας μένεις
του Εικοσιένα σταυραητέ, της λευτεριάς πουλί.
Ω Πορθητή του πιο τρανού κάστρου της οικουμένης
που δέχτηκες στο μέτωπο της Δόξας το φιλί.
Αντί λοιπόν για εμπορικό οίκο, ο Στάικος Σταϊκόπουλος, ο νέος από τη Ζάτουνα της Γορτυνίας, θα χρηματοδοτήσει την οργάνωση στρατιωτικού σώματος και θα πάρει μέρος στο Μεγάλο Ξεσηκωμό του Έθνους. Μόλις 24 ετών θα γίνει, όπως γράφει ο Φωτάκος, «παντοτεινός πολιορκητής του Ναυπλίου» και η Ιστορία θα τον ανταμείψει, μετά από αρκετές προσπάθειες, με την κατάληψη του φημισμένου κάστρου του Παλαμηδιού και την απελευθέρωση της πόλης. Ο πρώτος λοιπόν και μεγαλύτερος βαθμός στο άνθος της νεαρής του ηλικίας ήταν «Στάικος Σταϊκόπουλος ο Πορθητής» και δευτερευόντως εκείνος του χιλιάρχου και του στρατηγού. Ως Πορθητής περνάει στην Ιστορία και με τον άθλο αυτό του Πορθητή φτάνει στ’ αυτιά και τις καρδιές των επαναστατημένων Ελλήνων. Ήδη πριν από αυτό, η επίσημη αναγνώριση της δράσης του καταγράφει στα έγγραφα απόδοσης τιμής και στρατιωτικού βαθμού την πραγματική αξία του αγωνιστή :
Επειδή ο καπητάν Στάϊκος Σταϊκόπουλος απ’ αρχής του παρόντος αγώνος άχρι τούδε έδωκε προφανή τεκμήρια της στρατιωτικής αυτού ανδρείας, και μάλιστα της επιμονής, με την οποίαν διέμεινε προσκαρτερών εις την πολιορκίαν του Ναυπλίου, χωρίς να απαυδήση ποσώς δια τας μακράς ταλαιπωρίας, και δια τα οποία φοβερός μεν εις τους εχθρούς, αξιάγαστος δε εις τους ημετέρους κατεστάθη, και επειδή εις την προλάβούσαν των πολιορκουμένων εξόρμησιν προπολεμών ανδρείως, επληγώθη…
Το επίσημο δε κείμενο της αγγελίας της μεγάλης νίκης που φτάνει σε όλες τις πόλεις και τις φρουρές της επαναστατημένης χώρας εκφράζει ταυτόχρονα και τη χαρά των Ελλήνων για ένα σημαντικό βήμα στο δίκαιο αγώνα τους και τους εμψυχώνει για να συνεχίσουν νικηφόρα:
«Ο Πρόεδρος του Εκτελεστικού Διακηρύττει: Μεθ’ ημών ο Θεός…. Η ανδρεία και η φρόνησις του γενναιοτάτου μας χιλιάρχου Στάικου Σταϊκόπουλου και η προς αυτόν θεία χάρις τον ανέδειξεν πορθητήν. Εκυρίευσε το Παλαμήδι Ναυπλίου με έφοδον. Εις τα εξ ώρας της νυκτός ξημερώνοντας Πέμπτη και εορτή του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου, ευρέθησαν οι Έλληνες εις το Παλαμήδι, κυριεύσαντες αυτό και στήσαντες τας τροπαιοφόρους σημαίας του Σταυρού. Χαίρετε Έλληνες, νέοι, χαίρετε!
Ερμιόνη 1 Δεκεμβρίου 1822. Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Χαμηλά στα πόδια του Παλαμηδιού ακούγονταν χαρούμενα στίχοι τραγουδισμένοι από δεκάδες στόματα παλικαριών :
«Όλα τα κάστρα κι αν χαθούν και όλα κι αν ρημάξουν
Το Παλαμήδι τόμορφο Θεός να το φυλάξη»
Ο Σταϊκόπουλος, ο αδελφός του Θανάσης, ο παπα-Γιώργης Βελίνης, ο Δημήτριος Μοσχονησιώτης, ο γερο-Μανόλης Σκρεπετός, ο Μεγαλοσπηλαιώτης μοναχός Παφνούτιος, ο Πορτοκάλης και ολόκληρο το εκκλησίασμα του Αγίου Ανδρέα, είχαν ήδη φτάσει στο κέντρο τ’ Αναπλιού όπου κορυφωνόταν η αγωνία για τις ώρες και τις μέρες που έρχονταν.
Στην πόλη οι συζητήσεις του Θοδωρή Κολοκοτρώνη, που είχε στο μεταξύ φτάσει με μήνυμα του Σταϊκόπουλου, με τους αγάδες είχαν σχεδόν καρποφορήσει. Ο Γέρος του Μοριά ήθελε με κάθε τρόπο να αποφύγει την επανάληψη της αιματοχυσίας που ακολούθησε την άλωση της Τριπολιτσάς αμαυρώνοντας τη νίκη των Ελλήνων στα μάτια των ξένων. Οι αγάδες είχαν συμφωνήσει να μεταφερθούν όλοι οι Τούρκοι με πλοία ελληνικά στα μικρασιατικά παράλια χωρίς τον οπλισμό τους. Κι ενώ όλα είναι έτοιμα και συμφωνημένα, όπως μας μεταφέρει την εικόνα ο Μιχαήλ Λαμπρινίδης στη «Ναυπλία» του, ένας Αλβανός αγάς αρνήθηκε να παραδώσει τα όπλα απειλώντας μάλιστα να πάρει τους άντρες του και να μην αφήσει πέτρα στην πέτρα στην πόλη και την γύρω περιοχή. Οργισμένος ο Κολοκοτρώνης του απάντησε μ’ εκείνους τους αξεπέραστους συμβολισμούς της ελληνικής αποκοτιάς που χαράζουν και θα χαράζουν τα βήματα του Έθνους μέσα στην Ιστορία: «Ετούτη την πατρίδα αν μπορείτε κάφτε την! Οι πατέρες μας την έφτιασαν κι εμείς πάλι την ξαναφτιάνουμε…».
Χρόνια πολλά στο Ναύπλιο
Στην Αργολίδα.
Χρόνια πολλά σε όλες και όλους εσάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου