ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Εσένα μόνο αγαπώ

ΠΗΓΗ : "   http://roykoymoykoy.blogspot.gr  " 



Εσένα μόνο αγαπώ
Εφημερίδα ‘’Δημοκρατία’’( ηλεκτρ. Έκδοση )
Χρήστος Μπολώσης, Υποστράτηγος ε.α.
    Εκείνο το βράδυ ήταν το βράδυ των μεγάλων αποφάσεων. Κάτι σαν την νύχτα των Στρατηγών να πούμε. Αποφάσισα να δω μία ταινία του, λεγομένου, σύγχρονου Ελληνικού Κινηματογράφου.
    Βολεύτηκα λοιπόν όσο καλύτερα μπορούσα στον καναπέ (που γίνεται και κρεβάτι…) παρήγγειλα στο στεφάνι μου και 2-3 τοστάκια με γέμιση χαμηλών λιπαρών, χαμήλωσα το φως και φόρεσα τα ακουστικά για να μην ενοχλώ τους άλλους. Αργότερα απεδείχθη ότι και χωρίς ήχο, γινόταν η δουλειά μου. Και το έργο άρχισε. Μέχρι τότε ήξερα, ότι ο κινηματογράφος είναι κίνηση (εξ ού και το όνομά τουαλλά και ήχος, αφού, από το 1927, ο βωβός κινηματογράφος ανήκε στο παρελθόν. Όμως επλανήθην πλάνην οικτράν.
    Τελείωσαν τα «γράμματα», άρχισε η υποτιθεμένη πλοκή και ούτε φωνή, ούτε βεβαίως και ακρόαση.  Μάλιστα σκέφτηκα μήπως είχαν χαλάσει τα ακουστικά, ώσπου ξαφνικά και αφού είχαν περάσει περί τα 20΄ λεπτά, κάποιος από τους ηθοποιούς φωνάζει: «Σταθείτε». Και όλοι στάθηκαν. Το ότι ποτέ δεν είχαν καν ξεκινήσει, πολύ λίγη σημασία είχε. Κι’ εκεί που έλεγα πως τώρα θα αρχίσει η δράση, πέφτει το πρώτο διάλειμμα, διαρκείας περίπου μισής ώρας. Για να μη μακρηγορώ, η ταινία συνεχίστηκε στο ίδιο στυλ, με τους διαλόγους να μη ξεπερνούν συνολικά την μισή σελίδα Α4. Έτσι, και ενώ το ρολόϊ έδειχνε περασμένες 11, κάποιος είπε «πάμε», κατά τις 00.24 κάποια κοπέλα είπε «δεν τον αντέχω τον Ροδόλφο» και ξαφνικά «Τέλος».
    Έβρισα από μέσα μου, έβρισα απ’ όξω μου, αλλά το κακό είχε ήδη γίνει. Την βραδιά μου την είχα χάσει και η ώρα ήταν 1 τα ξημερώματα. Έτσι πήγα στο κρεβάτι, ξάπλωσα, λίγο άγαρμπα είν’ η αλήθεια, έτσι που ξύπνησε το στεφάνι μουκαι όλο περιέργεια με ρώτησε:
– Ήταν ωραίο το έργο;
– Άντε τώρα μη τα πληρώσεις εσύ.
– Τι έπαθες χριστιανέ μου δεν σ’ άρεσε το έργο;
– Άκου να δεις. Όταν έχει προηγηθεί ένας Λογοθετίδης, ένας Κωνσταντάρας, μία Βουγιουκλάκη, ένας Αλεξανδράκης, έναςΚούρκουλος, μία Καρέζη, ένας Μακρής, ένας Ηλιόπουλος, μία Βλαχοπούλου, ένας Κατράκης και τόσοι άλλοι σε ρόλους που έγραψαν ο Τσιφόρος, ο Σακελλάριος, ο Γιαννακόπουλος, ο Πρετεντέρης (ο Κώστας για να εξηγούμεθα…), οΦώσκολος, ο Τζαβέλας, ο Ψαθάς και τόσοι άλλοι, θα έπρεπε να ψηφιστεί νόμος και μάλιστα με την διαδικασία του κατεπειγόντως (τώρα που έχουμε μάθει…) που να προβλέπει εκτέλεση όσων βιαιοπραγούν, διότι περί βιαιοπραγίας πρόκειται, εις βάρος του Ελληνικού κινηματογράφου.
    Το έχουμε ξαναπεί, ότι ο «καλός παλιός Ελληνικός κινηματογράφος», δεν είχε να παρουσιάσει μόνον «διαμάντια».Έχουν γυρισθεί και κάτι κατιμάδες να σου φεύγει η μαγκιά. Όμως, το μεγαλύτερο μέρος, έχει θετικό πρόσημο.
    Για να αντιληφθούν, οι τυχόν αναγνώστες μου, για ποιού μεγέθους ηθοποιούς μιλάμε, αξίζει να αναφέρουμε ένα επεισόδιο με τον αποκληθέντα και «πρύτανη των κωμικών» Βασίλη Λογοθετίδη, όπως το περιγράφει ο Αλέκος Σακελλάριος.
    Κάποτε λοιπόν, μετά την παράσταση στο θέατρο, που παιζόταν η μεγάλη επιτυχία «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», μία παρέα ηθοποιών, τεχνικών και θεατρικών συγγραφέων είχαν βγει σε αθηναϊκό προάστιο για φαγητό. Σε κάποια στιγμή, φθάνουν μπροστά σε ένα χαντάκι, που είχε δεν είχε πλάτος μισό μέτρο. Όλοι λοιπόν, άρχισαν να πηδάνε το ασήμαντο εμπόδιο με ευκολία. Όλοι, πλην του Λογοθετίδη. «Άντε ρε Βασίλη» τον προέτρεψε ο Αλέκος Σακελλάριος. Τίποτα οΛογοθετίδης. Βιδωμένος στο χώμα. «Τελείωνε ρε Βασίλη» επέμεινε ο Σακελλάριος. «Δεν μπορώ Αλέκο μου να το πηδήσω», απάντησε αγχωμένος ο μεγάλο κωμικός. «Καλά ρε εσύ, στο θέατρο πηδάς από μια μάντρα γύρω στο 1½ μέτρο ψηλή» τον πρόγκηξε ο πνευματώδης συγγραφέας. «Ναι Αλέκο μου. Στο θέατρο. Άλλο το θέατρο και άλλο η πραγματικότητα», τον αποστόμωσε ο Λογοθετίδης, ο οποίος για τις ανάγκες του ρόλου του, έκανε πράγματα που ούτε τα διενοείτο στην καθημερινή του ζωή.
    Προ ημερών, είδα μια ταινία του 1970 με τίτλο «Εσένα μόνο αγαπώ», με πρωταγωνιστή τον αποκαλούμενο, όχι χωρίς αρκετή δόση ειρωνείας, «παιδί του λαού» Νίκο Ξανθόπουλο. Σε κάποιο σημείο της ταινίας ο Ζαφείρης (Ν. Ξανθόπουλος) βρίσκεται με το κορίτσι του, την Ρηνούλα (Δώρα Σιτζάνη), μέσα σ’ ένα μισοερειπωμένο εκκλησάκι κάποιου αιγαιοπελαγίτικου νησιού, και οι δύο νέοι σχολιάζουν ότι το επίσημο κράτος είχε αφήσει να καταστρέφεται το ναίδριο (μα σοβαρά, είναι δυνατόν κάτι τέτοιο;…), οπότε το παλικάρι λέει: «…ό,τι έχει μείνει και ακόμα συντηρείται, οφείλεται στους ανθρώπους του λαού, τους ψαράδες, τους αγρότες, τους φτωχούς μεροκαματιάρηδες, οι οποίοι έχουν την ρωμιοσύνη και την χριστιανοσύνη στην καρδιά τους και όχι στα χείλη τους». 
    Μου ήρθε ένας κόμπος στον λαιμό κι’ έκλεισα την τηλεόραση…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου