ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Η δειλία και ο φόβος της κριτικής: Πώς μπορώ να αλλάξω;

Αναρωτηθήκατε ποτέ πώς θα αντιμετωπίσετε μια κοινωνική συγκέντρωση; Ακυρώσατε ποτέ κάτι την τελευταία στιγμή γιατί δεν αισθανόσαστε έτοιμοι να αντεπεξέλθετε; Δεν είστε οι μόνοι, αφού εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη υποφέρουν από δειλία.
Γράφει για το boro.gr η Δρ Λίζα Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Νευροψυχολόγος (greekpsychologypages.blogspot.gr)





Η δειλία είναι μια κατάσταση του πνεύματος, μια οξυμένη αντίληψη των σκέψεων, των συναισθημάτων και των αντιδράσεων που έχει κάποιο άτομο για την εξουσία και για ανθρώπους που δεν γνωρίζει. Πρόκειται για μια κατάσταση άλυτων αρνητικών συναισθημάτων που περιβάλλουν την αβεβαιότητα της ψυχολογικής σιγουριάς.

Η δειλία βρίσκεται... στο κεφάλι και... στην καρδιά
Oι δειλοί άνθρωποι συνήθως νιώθουν:
  • Ότι οι άλλοι τους κριτικάρουν.
  • Ότι κανείς δεν τους ακούει.
  • Ντροπή.
  • Την ανάγκη να κρατούν -ψυχολογικά- χαμηλά το κεφάλι.
  • Ότι δεν μπορούν να εμπιστευτούν τους άλλους.
  • Ότι δεν είναι αρκετά καλοί για να συμμετάσχουν σε κάποια ομαδική δραστηριότητα.
Έχουν:
  • Χαμηλή αυτοπεποίθηση.
  • Δυσκολία να εκτιμήσουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους.
  • Έλλειψη εμπιστοσύνης να κυνηγήσουν τις επιθυμίες τους.
  • Πεποίθηση ότι θα αποτύχουν.
  • Φόβο για τις κοινωνικές καταστάσεις.
  • Αγχος ότι τους κατακρίνουν.
  • Συν-εξάρτηση: Πιστεύουν ότι η ευτυχία βρίσκεται στους άλλους, όχι μέσα τους.
  • Δυσκολία να εμπιστευτούν τους άλλους.
Αποτελέσματα ερευνών
Οι καθηγητές Jerome Kagan και Nancy Snidman, του Πανεπιστημίου Harvard, έπειτα από μελέτες που έκαναν με βρέφη, διαπίστωσαν ότι υπάρχουν διαφορές στη φυσιολογία μεταξύ δειλών και κοινωνικών βρεφών ήδη από την ηλικία των δύο μηνών.
Περίπου 15% με 20% των νεογέννητων μπορεί να είναι ήσυχα, προσεκτικά και επιφυλακτικά σε νέες καταστάσεις. Ερεθίσματα όπως τα κινούμενα μόμπιλ πάνω από το κρεβάτι τους ή μαγνητοφωνημένες ανθρώπινες φωνές πυροδοτούν ένα ευερέθιστο συμπαθητικό νευρικό σύστημα, όπως καταδεικνύουν η ελαφριά ταχυκαρδία, οι έντονες και άκαμπτες κινήσεις των χεριών και των ποδιών, το υπερβολικό κλάμα και τα σημάδια δυσαρέσκειας. Αλλά και έμβρυα μέσα στη μήτρα που παρουσιάζουν αυξημένο καρδιακό παλμό μεγαλώνουν και γίνονται δειλά παιδιά!
Στην ηλικία των τεσσάρων ετών τα δειλά παιδιά έχουν περισσότερη δραστηριότητα στα εγκεφαλικά κύματα του δεξιού ημισφαιρίου, το οποίο συνδέεται με το άγχος, σε αντίθεση με τα παιδιά που δεν είναι δειλά και έχουν περισσότερα κύματα στο αριστερό ημισφαίριο.
Μακροχρόνιες έρευνες δείχνουν ότι 75% των παιδιών, είτε δειλά είτε τολμηρά, διατηρούν το συμπεριφορικό στιλ τους. Πολλοί δειλοί έφηβοι περιγράφονται ως 'συγκρατημένα παιδάκια και μωρά'.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτά τα βιολογικά χαρακτηριστικά είναι εκδήλωση μιας γενετικής προδιάθεσης που εντοπίζεται στους γονείς και στους παππούδες των δειλών μωρών, οι οποίοι περιγράφουν τον εαυτό τους ως δειλούς σε μικρές ηλικίες. Υπάρχουν δεδομένα που δηλώνουν ότι περισσότερα συγκρατημένα μωρά γεννιούνται το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, μήνες κατά τους οποίους το σώμα παράγει περισσότερη μελατονίνη, μια νευρωνικά δραστήρια ορμόνη που μεταδίδεται στο έμβρυο. Αλλα βιολογικά χαρακτηριστικά της δειλίας είναι τα γαλανά μάτια, το ανοιχτόχρωμο δέρμα, τα ξανθά μαλλιά και οι αλλεργίες .
Αν και τα δειλά άτομα οι άλλοι συνήθως τα αντιμετωπίζουν ως λιγότερο φιλικά και με λιγότερη αυτοπεποίθηση, δεν τα βλέπουν τόσο αρνητικά όσο τα ίδια φοβούνται. Οι δειλοί άνθρωποι θυμούνται συχνότερα το αρνητικό feedback και τις αρνητικές περιγραφές που κάνουν για τον εαυτό τους.
Υπερεκτιμούν την πιθανότητα ότι δεν θα περάσουν καλά σε μια κοινωνική εκδήλωση και είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις πιθανές αρνητικές αντιδράσεις των άλλων, και κατά συνέπεια ταλαιπωρούνται από άγχος και ανησυχίες. Οι δειλοί άνθρωποι υποτιμούν τις ικανότητές τους να αντεπεξέλθουν σε κοινωνικές καταστάσεις και έχουν μια γενικότερη απαισιόδοξη στάση προς αυτές, με αποτέλεσμα οι αρνητικές σκέψεις τους να δημιουργούν ένα φράγμα στην κοινωνική τους επικοινωνία. Η διακαιολογία 'δεν μπορώ να το κάνω επειδή είμαι δειλός' αποτελεί την πατερίτσα που τους εμποδίζει να ζήσουν τη ζωή τους ευχάριστα.
Οι δειλοί φοιτητές δε χρησιμοποιούν όλες τις πηγές πληροφοριών σχετικά με ευκαιρίες εργασίας, είναι πιο μοναχικοί, ξεχνούν ευκολότερα όταν νομίζουν ότι κρίνονται και δεν πιστεύουν ότι αυτοπεποίθηση εκλαμβάνεται θετικά. Οι δειλοί άνδρες παντρεύονται σε μεγαλύτερη ηλικία από αυτούς που δεν είναι δειλοί, έχουν λιγότερο σταθερούς γάμους, αργοπορούν στη δημιουργία σταθερής καριέρας και επιτυγχάνουν λιγότερα.
Αλλάζει ο άνθρωπος;
Η αλλαγή έρχεται όταν ο άνθρωπος αναγνωρίζει το δειλό κομμάτι του εαυτού του και ταυτόχρονα τα άλλα ψυχικά κομμάτια του. Η ταύτιση αποκλειστικά με το δειλό κομμάτι είναι επώδυνη, γιατί δεν αφήνει περιθώριο να δει κανείς πώς μπορεί να μην είναι μόνο δειλός. Αλλά όσο περισσότερο προσπαθεί κάποιος να ξεφορτωθεί τη δειλία του τόσο περισσότερο αυτή επιμένει. Όμως, όσο περισσότερο ανακαλύπτει και καλλιεργεί κανείς και τις άλλες πλευρές του εαυτού του τόσο περισσότερο υποχωρεί η δειλία και απελευθερώνεται από τη βασανιστική αίσθησή της.
Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε το δειλό παιδί
Το πιο σημαντικό, ίσως, είναι να το βοηθήσουμε να καταλάβει, με τα λόγια και τις πράξεις μας, ότι η ντροπαλοσύνη δεν είναι κάτι κακό ή ελάττωμα. Χρειάζεται να εντοπίσουμε τις καταστάσεις που το δυσκολεύουν, προκειμένου να καταφέρει να τις ξεπεράσει.
Δεν πρέπει να δικαιολογούμε τη συμπεριφορά του, γιατί έτσι δεν θα μάθει ποτέ, αλλά να δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες που θα το βοηθήσουν να κάνει αρχικά μικρά βήματα για να ξεπεράσει τη δειλία του. Έτσι, είναι απαραίτητο να φροντίσουμε ώστε η προσπάθειά του να είναι μικρή, αλλά να αισθανθεί ότι κάτι πέτυχε, για να του δημιουργήσουμε κίνητρο να ξαναπροσπαθήσει και την επόμενη φορά.
Αν μας ζητήσει, για παράδειγμα, να πάμε να πούμε σε άλλα παιδάκια να το συμπεριλάβουν στο παιχνίδι τους, το καλύτερο είναι να του καταδείξουμε πώς πρέπει να χειριστεί το ίδιο την κατάσταση (να του δώσουμε δηλαδή το 'κοινωνικό σενάριο' της κατάστασης), να κάνουμε ίσως μια πρόβα μαζί -αλλά στη συνέχεια θα είναι ευθύνη του παιδιού μας να πάει να μιλήσει στα άλλα παιδάκια.
Με αυτό τον τρόπο, με καθοδήγηση, ενθάρρυνση, ζεστασιά και πίστη στις ικανότητές του από την πλευρά του γονιού, θα αποκτήσει την κοινωνική ευχέρεια και θα ξεπεράσει τη δειλία του. Αν βέβαια το πρόβλημα επιμένει ή ο γονιός κρίνει ότι δεν αδυνατεί να το χειριστεί, τότε επιβάλλεται να απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου