ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

ΕΙΣ ΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ


Αναρτήθηκε: 23/03/2015
papaflesas
…Ες τό Μανιάκι, πί τς κορυφς το λόφου, κ τν τριακοσίων μαχητν δέν πέμεινεν οτε ες ζωντανός.
 λιος, προβάλλων πό τάς χιόνας τν βουνν, τούς χαιρέτισεν ρθίους λους. φώτισε τάς λευκάς φουστανέλλας. χάιδευσε τάς μαύρας κόμας των. πήστραψεν ες τούς φλογερούς φθαλμούς των.χρύσωσε τάς λαβάς τν πλων των. Καί τώρα, δύων κε κάτω, μέσα ες τό πέλαγος, τούς ποχαιρετίζει λυπημένος νεκρούς, σκορπισμένους πάνω ες τό χμα. Καί χάνεται ργά – ργά καί σβήνει, σάν νά θέλ νά ρίψ κόμη τελευταον βλέμμα πρός τούς γενναίους.

λην τήν μέραν, σιτοι καί ποτοι, πάλαισαν πρός τήν θύελλαν τν χθρικν σφαιρν, ντέστησαν ες τήν χάλαζαν τν βομβν. Κατσχυναν τήν βροχήν τν μύδρων. χλεύασαν τήν ρμήν τς ρομφαίας καί τήν βίαν τς λόγχης. φο φαγον τήν πυρίτιδα μέ τήν φούκταν· φο καί τό τελευταον σπυρί της σώθη ες τάς παλάσκας των· φο ρραγίσθη καί το τελευταίου πλου των  κάννη· φοκαί τό τελευταον γιαταγάνι σπασεν ες τάς χερας των, πεσαν. ψυχοι ναί, ττημένοι χι.
Καί ες τό μέσον ατν  Παπαφλέσσας,  πρτος ρχίσας τήν σφαγήν καί τελευταος σταματήσας, ερίσκετο ξηπλωμένος μέ πλατεαν πληγήν πί το στήθους. Κρατε κόμη μέ σφιγκτά δάκτυλα τό θραυσμένον καί αμοστάζον γιαταγάνι του.
Καί  Αγύπτιος ναβαίνει μέσ το καλπασμο τν ππων καί το χου τν τυμπάνων καί σαλπίγγων, ν τα μισοφέγγαρα στράπτουν πί το καθαρο ρίζοντος τς δύσεως. πί τς γρς κ τν αμάτων γς ο ραβες βαδίζουν μέ πολύν κόπον καί τά πέταλα τν λόγων γλιστρον. λλ’  χαρά διά τήν νέλπιστον νίκην εναι τόση, στε φέρει ατούς ταχες πρός τόν νήφορον, ταχες ατούς ες τήν ράχιν.
δη  ρχηγός των φθασεν ες τήν κορυφήν το λόφου· νέβη, καί κε στάθη. Περιέφερε τό βλέμμα. κοίταζε τό κοκκινίσαν δαφος, τό ποον πίνει λαιμάργως τό αμα τν νδρείων. Παρετήρησε τόννερχόμενον στρατόν.
Εδε τούς πεσόντας. Καί μέ νοικτόν τό μμα ναμετρε τούς ψηλούς κορμούς των καί τά ερέα στέρνα των, τά μέτωπά των τά γέρωχα.
– Κρμα νά χαθον τέτοιοι λεβέντες, συλλογίζεται.
Καί βλέπει πέριξ, βλέπει θαυμάζων, βλέπει πορν, σάν νά μή πιστεύ τι χάθησαν τοιοτοι νδρες. Φαίνονται σάν νά κοιμνται μόνον, διά νά ξυπνήσουν πάλιν φοβερώτεροι.
– Ποιός εναι  Παπαφλέσσας;
Ο δηγοί του σπευσαν, δειξαν τό πτμα, περιβρεχόμενον κ το δρτος το γνος, μέ κατερρακωμένα τά φορέματα, μαρον πό τόν καπνόν.
– Σηκστε τον, πάρτε τον… πλύντε τον… Πλύντε τό παλληκάρι…
Δύο νδρες λαβον ατόν πό τν μασχαλν, τόν σήκωσαν, τόν στησαν πάνω ες τούς πόδας του καί βάδισαν διευθυνόμενοι πρός τήν πλησίον πηγήν. κε το πλυναν τάς χερας καί τό πρόσωπον. Τόν καθάρισαν πό τόν πηλόν καί τόν δρτα καί πό τόν κονιορτόν. Τόν σπόγγισαν, τακτοποίησαν τά σχισμένα του νδύματα καί γύρισαν πίσω φέροντες ατόν.
– Στστε τον κε πό κάτω.
Ο νδρες, κρατοντες ατόν κατέρωθεν, προχώρησαν πρός τό δένδρον πού τούς δειξεν  μπραήμ, τόν πέθεσαν παρά τήν ρίζαν, τόν ψωσαν. Καί τόν κούμβησαν, τόν στερέωσαν, τόν σορρόπησαν,σάν ζντα. πειτα πεμακρύνθησαν καί τόν φκαν μόνον, βασταζόμενον πό τήν δίαν δύναμιν. Τό πτμα ναπέμεινε κίνητον, εθύ, στήριζον πί το κορμο τήν ράχιν.  θώραξ το προτεταμένος, α χερες κρεμάμεναι μέ ναπόσπαστον τήν λαβήν το σπασμένου χαντζαριο, τά σκέλη νοικτά καί  κεφαλή ψηλά.
Τότε  μπραήμ πλησιάζει βραδέως πρός τό δένδρον. Στέκεται καί προβλέπει σιγηλός τό πνουν σμα το ντιπάλου. Καί πό τό φς τς σελήνης, τις νέτειλε τήν ραν κείνην αματόχρους, σάν νά εχε βαφεί πό τό αμα τς μάχης, φιλε μέ θερμόν φίλημα τόν ρθιον νεκρόν….
«ργα», Μιχαήλ Μητσάκης
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΄΄ΛΥΧΝΑΡΙ΄΄, ΑΡΙΔΑΙΑ, ΧΕΙΜΩΝΑΣ 2013
ΕΚΔΟΤΗΣ Παρασίδης Χαράλαμπος

Η φωτογραφία προφίλ του χρήστη ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΗΣ
smountzouris@gmail.com   " 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου